Ολα τα χρησιμοποιείς και σε χρησιμοποιούν.
Να είσαι χρηστικός και να φθείρεσαι όπως ορίζει
η φύση σου. Να είσαι δοτικός. Κανείς δε μπορεί να
σου πάρει τίποτα, μόνο τη γεύση σου. Οσο περισσότερο
δίνεσαι, τόσο υπάρχεις. Οσο αφήνεσαι, τόσο μεγαλώνεις.
...Ολα είναι μικρά και περαστικά. Μόνο ένα είναι μεγάλο.
Το νόημα τους..
Λιώσε, πριν μορφοποιηθείς. Τίποτα δε σου ανήκει.
Μόνο το ταξίδι.

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΤΗΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ

peirama filadelfeias
Κατά πόσο μπορεί να είναι δυνατόν να εξαφανιστεί ένα ολόκληρο αντιτορπιλικό, μέσα σε λίγα λεπτά να εμφανιστεί σε ένα άλλο μακρινό σημείο και μετά να επιστέψει στην αρχική του θέση χωρίς να περάσει εμφανώς από κανένα ενδιάμεσο σημείο;
Την εποχή του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, τον Οκτώβριο του 1943, το πολεμικό ναυτικό των Η.Π.Α. εκτέλεσε μυστικά ένα πείραμα “αφάνειας”. Με τη χρήση ηλεκτρομαγνητικών πεδίων κατάφεραν να εξαφανίσουν ένα ολόκληρο αντιτορπιλικό με το πλήρωμα του από τη ναυτική βάση της Φιλαδέλφειας, να το εμφανίσουν στη ναυτική βάση του Νόρφολκ και μετά να το επαναφέρουν στη Φιλαδέλφεια. Και όλα αυτά μέσα σε λίγα μόνο λεπτά της ώρας. Όμως οι παρενέργειες που είχε το πείραμα στο πλήρωμα του πλοίου είναι εφιαλτικές. Πολλοί από το πλήρωμα γίνονταν αόρατοι και δεν μπορούσαν να αισθανθούν το περιβάλλον τους. Αρκετοί από αυτούς εξαφανίστηκαν και χάθηκαν για πάντα, χωρίς κανένας να τους βρει. Το πολεμικό ναυτικό μετά από αυτό απέκρυψε το γεγονός και το θεώρησε ως μη γενόμενο. Αντίθετα, παρέμειναν οι μαρτυρίες. Αρκετοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται ότι είδαν το αντιτορπιλικό μέσα στη βάση του Νόρφολκ, χωρίς όμως κανένας τους να το έχει δει να εισέρχεται ή να εξέρχεται από τη ναυτική βάση. Πρακτικά το πείραμα στέφθηκε από επιτυχία, αν και μετά από τα αποτελέσματα του στο πλήρωμα επισκιάστηκε και καλύφθηκε.
Η υπόθεση ερευνήθηκε πρώτα από τον Dr Jessup. Ο Jessup έκανε έρευνα πάνω στην ύπαρξη και τη λειτουργία των UFO όταν έλαβε ένα γράμμα από κάποιον άγνωστο του που υπόγραφε ως Κάρλος Μιγκουέλ Αλλέντε. Μεταξύ άλλων ο Αλλέντε αναφέρθηκε και σε ένα πείραμα το οποίο συνέβη στη ναυτική βάση της Φιλαδέλφειας, το οποίο ο ίδιος ισχυρίζεται ότι το παρακολούθησε βρισκόμενος σε άλλο πλοίο της βάσης. Αρχικά δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία, μέχρι που έλαβε δύο ακόμη γράμματα από τον Αλλέντε καθώς και από τον εκδότη του ένα βιβλίο του πάνω στα UFO γεμάτο διορθώσεις, σημειώσεις και παρατηρήσεις οι οποίες ήταν γραμμένες από τον Αλλέντε. Αυτό κέντρισε το ενδιαφέρον του συγγραφέα για να ξεκινήσει μια έρευνα πάνω στο θέμα.
Αρκετά χρόνια αργότερα ο Δρ. Τζήσαπ βρέθηκε νεκρός μέσα στο αυτοκίνητό του. Ο θάνατος του θεωρήθηκε αυτοκτονία. Ειπώθηκε ότι αυτοκτόνησε με τις αναθυμιάσεις της μηχανής του αυτοκινήτου, συνδέοντας το εσωτερικό του αυτοκινήτου με την εξάτμιση. Μέσα στο αυτοκίνητο βρέθηκε και ένα σημείωμα που λέγεται ότι έγραψε ο Τζήσαπ πριν αυτοκτονήσει. Νεκροψία στο πτώμα του για διαπίστωση των αληθινών αιτίω του θανάτου του δεν έγινε ποτέ ενώ στο αίμα ου βρέθηκε αρκετή ποσότητα οινοπνεύματος η οποία ήραν αρκετή για να τον οδηγήσει από μόνη της στον θάνατο. Αξίζει να σημειωθεί ότι έπαιρνε ψυχικά φάρμακα για μεγάλο χρονικό διάστημα κάτι το οποίο σε συνδυασμό με το οινόπνευμα μπορούσε επίσης να του επιφέρει τον θάνατο. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν λοιπόν το γεγονός ότι εκείνη τη στιγμή ο Τζήσαπ βρισκόταν σε κατάσταση μέθης είναι λίγο δύσκολο να υποθέσουμε ότι αυτοκτόνησε με τον τρόπο που περιγράφεται. Υπάρχει λοιπόν το ενδεχόμενο της πλαστογράφησης του σημειώματος και της δολοφονίας του. Μπορεί λοιπόν ο Δρ. Τζήσαπ να έχει δολοφονηθεί λόγω των ερευνών που έκανε πάνω στο θέμα και οι οποίες ήταν σε προχωρημένο στάδιο; Πολύ πιθανό κατά την άποψη μου.
Ο Κάρλος Αλλέντε ήταν ένας παράξενος άνθρωπος για τον οποίο δεν υπάρχουν αρκετά προσωπικά στοιχεία που να τον αφορούν, όπως καταγωγή και τόπος διαμονής. Το πραγματικό του όνομα μπορεί να είναι άλλωστε και το πιο απλό Κάρλ ’λλεν. Οι επιστολές του είναι δυσανάγνωστες, αποτέλεσμα του ιδιαίτερου χαρακτήρα με τον οποίο έχουν γραφτεί. Αυτές οι επιστολές έχουν γραφτεί με χρήση μελανιών διαφορετικών χρωμάτων καθως και χρήση κεφαλαίων χαρακτήρων όχι σε συγκεκριμένα σημεία αλλά ασυνάρτητα και πολλές φορές παρεμβάλλονταν στο μέσον των λέξεων. Χρήση τουλάχιστον 3 διαφορετικών χρωμάτων μελάνης έχουν γίνει και στις διορθώσεις του βιβλίου του Δρ. Τζήσαπ. Πολλοί πιστέυουν λογικά ότι οι διορθώσεις έχουν γίνει από 3 διαφορετικά άτομα αλλά μελετώντας και τα γράμματα του Αλλέντε μπορούμε να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι ο συντάκτης όλων των διορθώσεων ίσως να ήταν ο Αλλέντε.
Ο Κάρλος Αλλέντε, όπως ισχυρίζεται, βρισκόταν τη στιγμή του πειράματος πάνω σε άλλο πλοίο, το ’ντριου Φάρασεθ το οποίο βρισκόταν στη βάση την στιγμή του πειράματος. Στην περιγραφή του ο Αλλέντε αναφέρει ότι είδε να δημιουργείται ένα πράσινο σύννεφο γύρω από το πλοίο Έλντριτζ (DE 173). Στη συνέχεια το πλοίο άρχισε να εξαφανίζεται και το μόνο πού έμενε ορατό ήταν μόνο το περίγραμμα του πλοίου μέσα από το σύννεφο, και αυτό εφ’ όσον βρισκόσουν κοντά στο πεδίο, ενώ μπορούσε να διακρίνει λεπτομέρειες που βρίσκονταν πίσω από το πλοίο. Ο Αλλέντε περιγράφει ότι όσοι ήταν πάνω στο πλοίο ένιωθαν σαν να μεταφέρθηκαν σε έναν άλλο κόσμο. Δεν έβλεπάν τίποτα από το πλοίο γύρω τους και ένιωθαν να αιωρούνται. Οι παρενέργειες του πειράματος πάνω στο πλήρωμα ήταν διαφορετικές και η διάρκεια επίδρασης διέφερε σε πολλές περιπτώσεις. Όλοι όσοι ήταν πάνω στο πλοίο τρελάθηκαν. Πολλοί γίνοντάν αόρατοι, ακόμα και όταν δεν ήταν κάτω από την επίδραση του πεδίου. Ο μόνος τρόπος επαναφοράς τους ήταν να έρθουν σε επαφή με άλλα μέλη του πληρώματος. Μερικοί επανεμφανίστηκαν σύντομα αλλά άλλοι έμειναν σε αυτή την κατάσταση για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να τους βρουν και να τους επαναφέρουν, ενω μερικοί χάθηκαν για πάντα, χωρίς να τους βρει ποτέ κανείς. Κάποιος μπροστά στα έκπληκτα μάτια των γνωστών και συγγενών του πέρασε μέσα από τον τοίχο του σπιτιού του. Σε τοπική εφημερίδα της Φιλαδέλφειας λέγεται ότι υπήρξε αναφορά σε ένα περιστατικό σε μπαρ της περιοχής αρκετό καιρό μετά το πείραμα. Η σερβιτόρα αναφέρει ότι είδε μπροστά στα μάτια της να εξαφανίζονται δύο ναύτες όταν έπαιρναν το ποτό τους.
Έγινε προσπάθεια να ερευνηθεί το ιστορικο τω δύο πλοίων, του Έλντριτζ και του ’ντριου Φάρασεθ. Ακριβές αποτέλεσμα για το που βρίσκονταν τα δύο πλοία τη χρονική περίοδο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πείραμα. Ο λόγος είναι ότι υπήρχαν ελλείψεις στα ημερολόγια των δύο πλοίων. Συγκεκριμένα λείπουν οι σελίδες στο ημερολόγιο του Έλντριτζ για την χρονική περίοδο που μας ενδιαφέρει (27 Αυγούστου – 1 Δεκεμβρίου 1943) ενώ το ημερολόγιο του ’ντριου Φάρασεθ έχει καταστραφεί. Τα επίσημα στοιχεία του Πολεμικού ναυτικού αναφέρουν ότι το πλοίο DE 127 είχε μήκος 306 πόδια και εκτόπισμα 1240 τόνους και 1520 τόνους με πλήρες φορτίο. Το πλοίο μεταπωλήθηκε στο Ελληνικό ναυτικό, μετονομάστηκε σε “Λέων” και υπάρχει μέχρι σήμερα. Μελετώντας τα ελληνικά στοιχεία βρίσκουμε ότι το εκτόπισμα του πλοίου είναι 1240 τόνοι και 1900 τόνοι με πλήρες φορτίο. Δημιουργείται εδώ το παράδοξο για το πώς αυξήθηκε το συνολικό εκτόπισμα του πλοίου κατά 380 τόνους κατά τη μεταπώλησή του. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο στην περίπτωση που αφαιρείται εξοπλισμός μέσα από το πλοίο. Θα μπορούσαμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι αφαιρέθηκε ηλεκτρονικός εξοπλισμός από το πλοίο πρίν αυτό μεταπωληθεί στο ελληνικό ναυτικό; Τα ελληνικά αρχεία επίσης αναφέρουν ως ημερομηνία ολοκλήρωσης και ναύλωσης του πλοίου ακριβώς έναν μήνα πριν την επίσημη ημερομηνία που αναφέρεται στο ημερολόγιο και στα επίσημα αρχεία.
Γίνεται αναφορά από τον Αλλέντε ακόμα και στο όνομα του ’λμπερτ Αινστάιν και στην εργασία του πάνω στη θεωρία του Ενιαίου πεδίου. Ο Αινστάιν εξέδωσε την θεωρία του Ενιαίου πεδίου το 1925 και την απέσυρε δύο χρονια αργότερα, το 1927, για “ανθρωπιστικούς” λόγους. Ο Αινστάιν είχε επίγνωση του πόσο καταστεπτική θα ήταν η εφαρμογή της θεωρίας του. Παράδειγμα της επίγνωσης της επικινδυνότητας των θεωριών του αποτελεί και το γεγονός ότι ο Αινστάιν προσπάθησε με κάθε μέσο να αποτρέψει τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών από την εφαρμογή των αποδεδειγμένων θεωριών του,και έτσι να αποτρέψει έναν πυρηνικό πόλεμο. Το πείραμα της Φιλαδέλφειας ίσως είναι έμμεσα μία εφαρμογή της θεωρίας του ενιαίου πεδίου.
Το Πολεμικό ναυτικό εξέδωσε μια επιστολή την οποία έστελνε σε οποιονδήποτε ζητούσε πληροφορίες σχετικά με το πείραμα της Φιλαδέλφειας, και το οποίο ήταν το ακόλουθο:
DEPARTMENT OF THE NAVY
OFFICE OF INFORMATION
WASHINGTON DC 20350
2 3 July 1975
Over the years we have received innumerable queries about the so-called “Philadelphia experiment” or “Project” and the alleged role of the office of naval research (ONR) in it. The frequency of these queries predictably intensifies each time the experiment is mentioned by the popular press, often in a science fiction book.
The genesis of the Philadelphia experiment myth dates back to 1955 with the publication of “The case for UFO’s” by the late Dr. Morris k. Jessup, a scientist with a Ph.D. in astrophysics and a varied career background.
Some time after the publication of the book, Dr Jessup received a letter by a Carlos Miguel Allende, who gave his address as R.D. #1 Box 223, New Kensington, PA. In the letter, Allende commented on Dr Jessup’s book and gave details of an alleged secret naval experiment in Philadelphia in 1943. During the experiment, according to Allende, a ship was rendered invisible and tele-ported to and from Norfolk in a few minutes, with some terrible after-effects for the crew members. Supposedly, this incredible feat was accomplished by applying Einstein’s never-completed “unified field” theory.
Allende claimed that he had witnessed the experiment from another ship and that the incident was reported in a Philadelphia newspaper. Neither the identify of Allende, nor that of the newspaper has never been established.
In 1956 a copy of Jessup’s book was mailed anonymously to Admiral Furth, the chief of Naval research. The pages of the book were interspersed with hand-written annotations and marginalia apparently made by three different persons as they passed the book back and forth among them. The notations implied a knowledge of UFO’s, their means of mention and generally, the culture and ethos of the being occupying these UFO’s
The book came to the attention of two officers then assigned to ONR who happened to have a personal interest in the subject. It was they who contacted Dr Jessup and asked him to take a look at his book. By the wording and style of one of the writers of the notations, Dr Jessup concluded that the writer was the same person who had written hi about the Philadelphia experiment. It was also these two officers who personally had the book retyped and who arranged for the publication, in typewritten form of 25 copies. The officers and their personal belongings have left ONR many years ago, and we do not have even a file copy of the annotated book.
The Office of Naval Research never conducted an official study of the manuscript. As for the Philadelphia experiment itself, ONR has never conducted any investigations on invisibility either in 1943 or at any other time. (ONR was established in 1946.) In view of present scientific knowledge, our scientists do not believe that such an experiment could be possible except in the realm of science fiction. A scientific discovery of such import, if it had in fact occurred, could hardly remain secret for such a long time.
I hope this provides a satisfactory answer to your inquiry.
Το “Πείραμα της Φιλαδέλφειας” μπορεί πράγματι κάποτε να εκτελέστηκε με “επιτυχία”, μπορεί όμως να μη συνέβη ποτέ και να είναι απλά μια φάρσα. Τα γεγονότα και τα στοιχεία και από τις δυο πλευρές είναι πολλά και πολλές φορές έρχονται σε αντιφάσεις. Υπάρχουν ακόμα περισσότερα στοιχεία πάνω στο πείραμα τα οποία δεν αναφέρονται και τα οποία πρέπε να μελετηθουν απ όλες τις οπτικές γωνίες όσον αφορά την εγκυρότητα των ίδιων των στοιχείων αλλά και των πηγών τους. Το ότι το πείραμα αυτό συνέβη κάποτε δε έχει ακόμη αποδειχτει, υπάρχουν όμως οι υποψίες ότι κάτι τέτοιο ίσως κάπου τον Οκτώβριο του 1943 να πραγματοποιήθηκε

12 σημάδια που δείχνουν ότι αρχίζεις να ερωτεύεσαι

Ο έρωτας, όπως η φύση γύρω σου, ανθίζει την άνοιξη… Είσαι έτοιμος; Διάβασε πώς θα το καταλάβεις ότι ερωτεύεσαι… Η καρδιά σου χτυπάει γρηγορότερα, νιώθεις το αίμα να κυλάει πιο δυνατά στις φλέβες σου και αρκεί απλώς να σε κοιτάξει ή να περάσεις από δίπλα σου για να γεμίσεις ενέργεια. Μπορεί να νομίζεις ότι φταίνε οι δυο εσπρέσο που ήπιες απανωτά, αλλά δεν είναι έτσι. Φταίει ο έρωτας. “Όταν είσαι ερωτευμένος νιώθεις το ίδιο “ανεβασμένος” όπως θα ένιωθες αν έπαιρνες κοκαΐνη”, λέει η δρ Lucy Brown, νευροεπιστήμονας και καθηγήτρια στο Albert Einstein College of Medicine. Αυτό συμβαίνει γιατί ο εγκέφαλός σου παράγει περισσότερη ντοπαμίνη και περισσότερη νορεπινεφρίνη. Αλλά αυτά δεν είναι τα μόνα σημάδια ότι αρχίζεις να ερωτεύεσαι. Διάβασε μερικά ακόμα… 
1. Το φαγητό δεν είναι πια προτεραιότητά σου Περισσότερο από το φαγητό θέλεις το αντικείμενο του πόθου σου, σε σημείο που μπορεί να ξεχάσεις ακόμα και να φας και αυτό σημαίνει ότι χάνεις βάρος (δεν σε χάλασε…) 
 2. Πιάνεις τον εαυτό σου να χαμογελάει Δεν ξέρεις από πού προκύπτει αυτή η χαρά, αλλά τη νιώθεις. Και χαμογελάς… 
 3. Είσαι πιο αφηρημένος απ’ ό,τι συνήθως Στο μυαλό σου κυριαρχεί ένα και μόνο πρόσωπο. Φέρνεις συνέχεια στο μυαλό σου την εικόνα του, τι σου είπε, πώς σε κοίταξε, το χαμόγελό του… Ονειρεύεσαι με τα μάτια ανοιχτά και δεν υπάρχει τίποτα κακό σε αυτό, αρκεί να είσαι προσεκτικός στη δουλειά σου (δεν θέλεις να βρεθείς άνεργος σε περίοδο κρίσης, έτσι δεν είναι;). Η εμμονή στον αγαπημένο σου οφείλεται στα αυξημένα επίπεδα ντοπαμίνης (ναι, το λέει η επιστήμη).
 4. Σου λείπει όταν δεν συναντιέστε Ανυπομονείς να έρθει η ώρα να τον δεις κι αν αυτό δεν συμβεί νιώθεις απογοητευμένος, “σαν να σου έχουν κόψει τα φτερά”! 
 5. Αλλάζει εύκολα και απότομα η διάθεσή σου Αν δεν τον δεις στο γραφείο ή οπουδήποτε αλλού, σου χαλάει η διάθεση, ακόμα και ολόκληρη η μέρα. Και ξαφνικά με ένα sms ή ένα βλέμμα του πετάς και πάλι στα ουράνια… 
6. Αρχίζεις να σκέφτεσαι το μέλλον και τον περιλαμβάνει… Σου έχε περάσει απ΄το μυαλό ακόμα και πώς θα είναι τα παιδιά σας. Αλλά μην το πεις… 
 7. Όλοι σου λένε ότι λάμπεις Και δεν λένε ψέματα. Όπως το γέλιο έτσι και ο έρωτας μόνο καλό κάνει στον οργανισμό σου και σε αναζωογονεί.
 8. Φροντίζεις περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως την εμφάνισή σου Περνάς περισσότερο χρόνο και από metrosexual μπροστά στον καθρέφτη και δεν λυπάσαι να ξοδέψεις τα (λίγα ή πολλά) λεφτά σου για να ανανεώσεις την γκαρνταρόμπα σου. Για να μην πούμε για το γυμναστήριο που ξημεροβραδιάζεσαι… 
9. Ξαφνικά έγινες fan της τεχνολογίας… Τσεκάρεις κάθε τόσο το κινητό, το e-mail, το Twitter, το Facebook και οπουδήποτε αλλού θα μπορούσε να σου έχει αφήσει μήνυμα. 
10. Τον κοιτάζεις επίμονα “Τα μάτια λένε πολλά για όσα νιώθουμε”, λέει η δρ Brown. “Όταν είσαι ερωτευμένος, άθελά σου δεν μπορείς να κρατήσεις το βλέμμα σου μακριά από το αντικείμενο του πόθου σου”, εξηγεί (ξέρουμε, δόκτωρ, ξέρουμε!) 
 11. Δεν σταματάς να τον αγγίζεις Δεν τον κοιτάζεις απλώς… Όταν τον έχεις απέναντί σου θέλεις να τον αγγίξεις. Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό γιατί όταν ήσουν μικρός έσπρωχνες ή τραβούσες τα μαλλιά όσων “αγαπούσες”. Όπως λέει η δρ Bianca Acevedo, επιστημονική συνεργάτης στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, “όταν είμαστε ερωτευμένοι το σώμα μας ασυνείδητα γέρνει προς το σώμα του αγαπημένου μας. Είναι η φυσική και φυσιολογική εκδήλωση της επιθυμίας μας για συναισθηματική εγγύτητα”. 
 12. Σκέφτεσαι αυτόν και μόνο αυτόν! Σύμφωνα με την Brown, όταν είσαι ερωτευμένος δεν χωράει άλλος στο μυαλό σου, κάτι που δεν συμβαίνει όταν προσεγγίζεις κάποιον μόνο για το σεξ. Και δεν “παίζει το ματάκι σου”, ακόμα κι αν δίπλα σου περνάνε μοντέλα!

Τετάρτη 27 Μαρτίου 2013

"ΟΥΚ ΕΙΘΙΣΤΑΙ ΤΟΙΣ ΕΛΛΗΣΙ ΠΡΟΣΚΥΝΕΕΙΝ"



Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, η περηφάνια ήταν ένα συναίσθημα ανεπτυγμένο σε τέτοιον βαθμό, ώστε το προσκύνημα σε άλλον άνθρωπο (οποιοσδήποτε κι αν ήταν αυτός), θεωρούνταν πράξη κατάπτυστη, που μόνο βάρβαροι θα μπορούσαν να την τελέσουν. Ακόμη κι όταν ήθελαν να προσευχηθούν στους θεούς τους, ούτε έσκυβαν κι ούτε γονάτιζαν, αλλά έτειναν τα χέρια προς τον ουρανό.

Στα αρχαία ελληνικά κείμενα, υπάρχει πλήθος επικριτικών και καταδικαστικών αναφορών για το προσκύνημα. Αναφέρονται ενδεικτικά:
«Οι Αιγύπτιοι δεν ομοιάζουν με τους Έλληνες· αντί να χαιρετηθούν όταν συναντηθούν στους δρόμους, προσκυνούν κατεβάζοντας μέχρι το γόνατο το χέρι» (Ηρόδοτος, «Ευτέρπη», 80).


«Το προσκύνημα αφορά μόνον τους βάρβαρους» (Δημοσθένης 549.16).
«Οι Πυθαγόρειοι απείχαν από δεήσεις και ικεσίες κι από κάθε είδους ανελεύθερη κολακεία, ως άνανδρες και ταπεινές» (Ιάμβλιχος, «Πυθαγορικός Βίος», 236).
«Ο Μίνως, ως δικαστής στον Άδη, απέστελλε στους χώρους των ασεβών και τις ψυχές όσων είχαν την απαίτηση ή απλώς ανέχονταν να προσκυνούνται ενόσω ζούσαν» (Λουκιανός, «Νεκυομαντεία», 473).
«Αυτός που σκύβει, ταπεινώνει την ψυχή του» (Λουκιανός, «Νιγρίνος», 21).

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΙΤΣΙΟΣ-ΤΟ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΣΗΜΑΙΑ


Ο λοχίας Δημήτριος Ίτσιος ήταν ο διοικητής του Πολυβολείου 8 (Π.8) στο οροπέδιο της Ομορφοπλαγιάς του Μπέλες, πάνω από τα Άνω Πορρόια Σερρών. Το Π.8 ήταν ένα μεμονωμένο εξωτερικό αμυντικό έργο, που μαζί με το Π.9 αποτελούσαν τα σημαντικότερα σημεία στήριξης των Ελλήνων στην ευρύτερη περιοχή της Ροδόπολης. Τα πολυβολεία αυτά δεν είχαν σχέση με τα οχυρά. Την πρώτη ημέρα της γερμανικής εισβολής, ένα σύνταγμα γερμανών καταδρομέων της 6ης Ορεινής Μεραρχίας με επικεφαλής τον ίδιο τον διοικητή της μεραρχίας, στρατηγό Ferdinand Shorner, επιτέθηκε στο ελληνικό τάγμα που υπερασπιζόταν την Ομορφοπλαγιά.

Για πέντε ώρες οι Έλληνες αντιστάθηκαν λυσσαλέα στη γερμανική υπεροπλία, υποχρεώνοντας τον Shorner να διατάξει τις βαριές πυροβολαρχίες του στο έδαφος της Βουλγαρίας, καθώς και τους πιλότους των στούκας να επικεντρώσουν τη δράση τους πάνω στις θέσεις του συγκεκριμένου τάγματος. Το αποτέλεσμα ήταν οι γερμανικοί βομβαρδισμοί να μετατρέψουν σε κόλαση την Ομορφοπλαγιά, και να υποχρεώσουν τους επιζώντες έλληνες στρατιώτες να πραγματοποιήσουν τακτική υποχώρηση προς τα Κρούσσια. Στο πλαίσιο αυτό οι άνδρες του Π.8 και Π.9 ανέλαβαν να καθυστερήσουν την προέλαση των γερμανών καταδρομέων, ώστε να δοθεί χρόνος να εκκενώσουν οι Έλληνες την Ομορφοπλαγιά. Το Π.9 καταλήφθηκε μέσα σε λίγη ώρα από τους Γερμανούς, αλλά το Π.8 με τον λοχία Ίτσιο και δύο στρατιώτες του αντιστάθηκε για πάνω από τέσσερις ώρες. Στο διάστημα αυτό οι Γερμανοί δεν μπορούσαν να προωθηθούν προς τα Άνω Πορρόια, για να ανακόψουν την υποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων προς τα Κρούσσια. Ο Ίτσιος ήταν ο χειριστής του πολυβόλου και ξόδεψε και τις 33.000 σφαίρες που υπήρχαν στο πολυβολείο, προτού παραδοθεί στους Γερμανούς. Σύμφωνα με έρευνά μου, οι άνδρες του Π.8 ευθύνονται για τον θάνατο 200 γερμανών στρατιωτών, δηλαδή όσους σκότωσε ολόκληρος ο στρατός της Γιουγκοσλαβίας στη διάρκεια της γερμανικής εισβολής τον Απρίλιο 1941! Στη διάρκεια της μάχης της Ομορφοπλαγιάς σκοτώθηκε και ο αντισυνταγματάρχης Ebeling, διοικητής του 138ου Συντάγματος Ορεινών Καταδρομών, ο πιο υψηλόβαθμος γερμανός αξιωματικός που έχασε τη ζωή του στη διάρκεια της Μάχης των Οχυρών.

Η αντίσταση του Π.8 εξόργισε τον Shorner, καθώς εκτός από τις μεγάλες απώλειες που προκάλεσε στους άνδρες του, ανέτρεψε τον σχεδιασμό του για την πρώτη ημέρα του πολέμου. Όταν ο Shorner πληροφορήθηκε το γεγονός ότι ο διοικητής του πολυβολείου ήταν ένας έφεδρος λοχίας, θίχτηκε ο εγωισμός του και έδωσε διαταγή να δολοφονηθεί ο Ίτσιος, αλλά να μην πειραχτούν οι δύο στρατιώτες που ήταν μαζί του.


Επρόκειτο για το πρώτο έγκλημα πολέμου των Γερμανών στην Ελλάδα. Οι φωτογραφίες που αναφέρετε επιβεβαιώνουν τις μαρτυρίες των στρατιωτών του λοχία Ίτσιου που ήταν αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας του, ότι πυροβολήθηκε εξ επαφής στο κεφάλι με περίστροφο, ενώ είχε ήδη παραδοθεί. Ο σημερινός επισκέπτης του Π.8 μπορεί να εντοπίσει ακόμη και τον βράχο όπου ο λοχίας έπεσε και ξεψύχησε όταν πυροβολήθηκε.

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Άκου τι μου’ λεγε ο μακαρίτης ο παππούς μου, να καταλάβεις. Όλα τα’ καμε καλά ο Αλλάχ, μου’ λεγε, όλα, μα μια μέρα βρέθηκε μπόσικος, έπιασε φωτιά και κοπριά και έπλασε το Ρωμιό∙ μα ευτύς, ως τον είδε, το μετάνιωσε∙ είχε ένα μάτι, ο αφιλότιμος, που τρυπούσε ατσάλι. «Τί να γίνει τώρα, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα∙ ας πιάσω τώρα να κάμω τον Τούρκο, να σφάξει το Ρωμιό, να βρει ο κόσμος την ησυχία του». Έπιασε το λοιπόν μέλι και μπαρούτι, τα μάλαξε καλά καλά, έφτιασε τον Τούρκο. Κι’ ευτύς, χωρίς να χασομεράει, βάνει σ’ ένα ταψί τον Τούρκο και το Ρωμιό να παλέψουν. Πάλευαν, πάλευαν, από το πρωί ως το βράδυ, κανένας δεν έριχνε κάτω τον άλλο∙ μα ευτύς, ως σκοτείνιασε, βάνει ο άτιμος ο Ρωμιός τρικλοποδιά, κάτω ο Τούρκος!

«Ο διάολος να με πάρει, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα πάλι∙ τούτοι οι Ρωμιοί θα φάνε τον κόσμο, πάνε οι κόποι μου χαμένοι… Τί να κάμω;» Όλη νύχτα δεν έκλεισε μάτι ο κακομοίρης∙ μα το πρωί, πετάχτηκε απάνω και χτύπησε τις χερούκλες του: «Βρήκα! βρήκα!» φώναξε∙ έπιασε πάλι φωτιά και κοπριά, και έφτιαξε έναν άλλο Ρωμιό, και τους έβαλε στο ταψί να παλέψουν. Άρχισε το πάλεμα∙ τρικλοποδιά ο ένας, τρικλοποδιά κι ο άλλος∙ μπηχτές ο ένας, μπηχτές κι ο άλλος… Πάλευαν, πάλευαν, έπεφταν, σηκώνουνταν, πάλευαν πάλι, ξανάπεφταν, ξανασηκώνουνταν, πάλευαν… Κι’ ακόμα παλεύουν! Κι’ έτσι ο κόσμος, Μπραϊμάκι μου, βρήκε την ησυχία του!

ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗΣ


 Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης γεννήθηκε στην Τσάδα της Πάφου, στις 28 Φεβρουαρίου 1938. Ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας του Μιλτιάδη. Στην οικογένεια του Ευαγόρα ανήκει – δεύτερος ξάδερφος – και ο Στέλιος Μαυρομμάτης.
Πέρασε τις 6 τάξεις του Δημοτικού σχολείου με άριστα. Την 1η Απριλίου 1956, ο Ευαγόρας πρωταγωνιστεί σε διάφορες διαδηλώσεις κατά των Άγγλων. Συγκεκριμένα, στις 2 Ιουνίου θα γινόταν η στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ. Στην Αγγλία και σε όλες τις αποικίες γίνονταν προετοιμασίες για το μεγάλο γεγονός. Στην Πάφο στο «Ιακώβιο Γυμναστήριο» αναρτάται η αγγλική σημαία, γεγονός που εξοργίζει τους μαθητές. Παραμονή της στέψης, οι μαθητές της Πάφου και οι φοιτητές του Λιασιδίου Κολεγίου οργάνωσαν διαδήλωση με αίτημα να υποσταλεί η αγγλική σημαία και να εκκενωθεί το γήπεδό τους από στρατιώτες και αστυνομικούς. Ο 15χρονος τότε Ευαγόρας αναρριχάται στον ιστό, κατεβάζει και σκίζει την αγγλική σημαία: το γεγονός αυτό έδωσε το έναυσμα για επέκταση των διαδηλώσεων.
Οι μαθητές και το πλήθος συγκρούονται με την αστυνομία, η οποία ενισχύεται από Τούρκους. Ο διοικητής στέλνει διαταγή να αποσυρθούν οι αστυνομικοί, γιατί δεν έπρεπε η στέψη της βασίλισσα να αμαυρωθεί με αίμα. Έτσι οι μαθητές παρέσυραν ό,τι είχε σχέση με τους εορτασμούς για την στέψη. Η Πάφος έγινε το μόνο μέρος όπου δεν γιορτάστηκε η στέψη. Ο Ευαγόρας συνελήφθη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος λόγω της μικρής του ηλικίας.
Σε ηλικία 17 χρόνων, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης εγκατέλειψε το σχολείο και εντάχθηκε στις αντάρτικες ομάδες της ΕΟΚΑ. Στις 17 Νοεμβρίου 1955 οι μαθητές του Γυμνασίου συγκεντρώθηκαν και προετοίμαζαν μια διαδήλωση από τις γνωστές που οργάνωνε η ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ) ως αντιπερισπασμό. Οι στρατιώτες είχαν διαταγή να πυροβολήσουν αδιάκριτα τους διαδηλωτές. Ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται και οδηγείται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι συμμετείχε παράνομα σε οχλαγωγίες. Ο Ευαγόρας δεν παραδέχτηκε την κατηγορία και η δίκη αναβλήθηκε για τις 6 Δεκεμβρίου. Ήταν η αρχή του τέλους. Μια μέρα πριν τη δίκη, μπαίνει κρυφά στο σχολείο και αφήνει στην έδρα ένα σημείωμα:
    Παλιοί συμμαθηταί, Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ, θα μπω σ΄ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ΄ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.
Γειά σας παλιοί συμμαθηται. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας. Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό, ένα παλιό του φίλο, ας πάρει μιαν ανηφοριά ας πάρει μονοπάτια να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά. Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα. Αν ζω, θα μ΄ βρει εκεί.
Ευαγόρας Παλληκαρίδης    
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 μαζί με άλλους 2 συναγωνιστές του μετέφεραν όπλα και τρόφιμα από την Λυσό. Ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με αγγλική περίπολο. Οι 2 συναγωνιστές του Ευαγόρα κατάφεραν να διαφύγουν, αλλά ο ίδιος συνελήφθη. Στην κατοχή του είχε ένα πυροβόλο Μπρέν γρασαρισμένο. Ήταν συνεπώς ανέτοιμο για να χρησιμοποιηθεί. Επίσης κουβαλούσε 3 γεμιστήρες γεμάτες.
Κατηγορήθηκε για κατοχή και διακίνηση οπλισμού και μεταφέρθηκε στη Λευκωσία και η δίκη ορίζεται για τις 25 Φεβρουαρίου. Στη δίκη του ο Παλλικαρίδης δεν άφησε περιθώρια στους δικηγόρους του να τον υπερασπιστούν, αφού παρά τις αντιρρήσεις τους παραδέχθηκε την ενοχή του:
    Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο.    
Την επόμενη μέρα της καταδίκης του Παλληκαρίδη, οι μαθητές του Γυμνασίου Πάφου απείχαν από τα μαθήματά του σε ένδειξη διαμαρτυρίας και έστειλαν τηλεγράφημα στον Χάρτιγκ, με το οποίο του ζητούσαν να απονεμηθεί χάρη στον Ευαγόρα. Όλος ο κόσμος αρχίζει μια προσπάθεια να σώσει τον νεαρό μαθητή. Η Ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να αποτρέψει την εκτέλεσή του. Η Κυπριακή αδελφότητα Αθηνών ζητά προσωπική παρέμβαση του βασιλιά Παύλου. Η Βουλή των Ελλήνων στέλνει τηλεγραφήματα προς την Βουλή των Κοινοτήτων και τα Ηνωμένα Έθνη. Ο Αρχιεπίσκοπος Δωρόθεος, ο Χωρεπίσκοπος Σαλαμίνος Γεννάδιος, ο δήμαρχος Λευκωσίας κ. Δέρδης, 40 Εργατικοί Άγγλοι βουλευτές, συντεχνίες, ο Αρχιεπίσκοπος Νοτίου Αφρικής Νικόδημος, ο Αμερικανός Γερουσιαστής Fulton, απλοί πολίτες προσπαθούν αν ματαιώσουν αυτή την εκτέλεση. Ο Χάρτιγκ όμως και η Αγγλική διπλωματία απορρίπτει την απονομή χάριτος.
Ο Ευαγόρας στο τελευταίο γράμμα του δηλώνει:
    Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.    

Απαγχονίστηκε στις 13 Μαρτίου 1957, σε ηλικία μόλις 18 ετών. Ήταν ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους.
Ο τάφος του βρίσκεται στα Φυλακισμένα Μνήματα στη Λευκωσία.

Ο ΑΠΡΟΣΚΥΝΗΤΟΣ ΛΟΧΙΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΚΟΥΤΑΣ


 Πως ένας λοχίας μας αιχμαλώτισε ολόκληρη τουρκική πυροβολαρχία! Αφιέρωμα στο 1912-13
Ο Λοχίας Θεόδωρος Γκούτας υπηρετούσε στο 1/38 Σύνταγμα Ευζώνων (Διοικητής Συνταγματάρχης Παπαδόπουλος Διον) και ήταν γιός παλαιού οπλαρχηγού του Ολύμπου και μυθικού ήρωος της περιοχής.
Διακρίθηκε για πρώτη φορά στη μάχη των Γιαννιτσών, όταν αιχμαλώτισε μία ολόκληρη Τουρκική πυροβολαρχία. Η πυροβολαρχία αυτή που αμυνόταν στο χωριό Πυλωρύγι (τότε Πύλορικ) μετά την έφοδο των Ευζώνων κατόρθωσε να φορτώσει το υλικό της και να υποχωρήσει “δρομέως” προς ανατολάς. Κατά την κίνησή της όμως προσέκρουσε στο Ευζωνικό τμήμα που διοικούσε ο Λοχίας Γκούτας, ο οποίος την συνέλαβε και προς γενική κατάπληξη πάντων την οδήγησε σε φάλαγγα στον Διοικητή της Μεραρχίας Συνταγματάρχη Μηλιώτη Κομνηνό. Με την έγκριση του Συνταγματάρχου Παπαδόπουλου είχε σχηματίσει Διμοιρία (25-30 ανδρών) από εκλεκτούς Ευζώνους που αποτελούσε είδος τιμητικής φρουράς του Συνταγματάρχου.

Κατά την (αποτυχούσα τελικά) επίθεση της 7ης Ιανουαρίου κατά του Μπιζανίου το Σύνταγμα των Ευζώνων έχει καθηλωθεί σε μια χαράδρα από δύο εχθρικά πολυβόλα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να συνεχίσει την επίθεση του.
“… Ο Παπαδόπουλος, κατέρυθρος εξ οργής, φωνάζει προς τον υπασπιστή του Δημητρακόπουλο “Βρε Γιάννη φώναξέ μου τον Σύνδεσμον του Τάγματος” … Προσελθόντος του Συνδέσμου, ο Συνταγματάρχης του λέγει: “Τρέξε να μου φέρεις τον Γκούτα” και ο θαυμάσιος δεκανεύς Εύζωνος εξηφανίσθη ταχέως καλυπτόμενος από τον πυκνό θάμνο προς τα αριστερά. Μετ’ ολίγον χρόνον δια της αυτής οδού επανήλθεν ακολουθούμενος από τον περιβόητο Λοχία Θεόδωρο Γκούτα. ‘Ητο μετρίου αναστήματος, ισχνός με μικρούς μέλανας οφθαλμούς και μικρόν αγκιστροειδώς εστριμμένο μύστακα. Μόλις προσήλθεν ενώπιον του Συνταγματάρχου ο τελευταίος τον διέταξεν: “Αυτά τα πολυβόλα εκεί πάνω μας γίνανε τσιμπούρι. Να τους βάλεις χέρι”. Και ο Λοχίας Γκούτας φέρων την δεξιά στο φεσάκι του απαντά: “Μάλιστα κύριε Συνταγματάρχα” και εξαφανίζεται έρπων σχεδόν δια μέσου των βάτων. “Θα τα πάρη αυτός” απεφάνθη μετά πεποιθήσεως ο Παπαδόπουλος.
Εν τη ακμή της μάχης, ο Διοικητής του Συντάγματος διατάσσει αφελέστατα ένα απλούν Λοχία να του κυριεύσει τα πολυβόλα του εχθρού. Το έτι καταπληκτικώτερον είναι ότι ο Γκούτας μετ’ ολίγον είχε κυριεύσει τα δύο εχθρικά πολυβόλα, των οποίων το πυρ διεκόπη αιφνιδίως.
Ο Λοχίας Γκούτας τον οποίον εσεβάσθησαν αι εχθρικαί σφαίρες κατά τας μάχας, έπεσε την εσπέρα της ιδίας ημέρας δολοφονηθείς ανάνδρως υπο φανατικού Τούρκου τραυματίου. Μεγαλόψυχος, όπως όλοι οι γενναίοι, επλησίασεν Τούρκο τραυματία εις τον οποίον έδωκε να πίη εκ του υδροδοχείου του, και τότε ο άθλιος εκείνος υψώσας το παρακείμενο όπλο του επυροβόλησε, τραυματίσας καιρίως τον Λοχία στην βουβωνική χώρα. Ο αετός του Ολύμπου πριν αποθάνει εξεδικήθη, διότι αναρπάσας την ξιφολόγχην του κατέσφαξε τον άθλιον δολοφόνο. Μέ έρανο μεταξύ των αξιωματικών ανηγέρθη μαρμάρινος σταυρός στον τάφο του Λοχία Γκούτα στη Λάζαινα Ιωαννίνων …”

ΣΠΥΡΟΣ ΚΑΓΙΑΛΕΔΑΚΗΣ-Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ

Ο Σπύρος Καγιαλές – Καγιαλεδάκης, ο «Θρύλος του Ακρωτηρίου», έγραψε με τον ηρωισμό του και την αυτοθυσία του, μια από τις πιο ένδοξες στιγμές της Ελλάδος, κατά των Αγώνα των Κρητών, το 1897, για ένωση με την Μητέρα Πατρίδα.Στο Ακρωτήρι ο Σπύρος Καγιαλές υπηρέτησε από την αρχή της Επανάστασης του 1897 μαζί με τους αδελφούς του Γιώργο, Μανώλη, Αντώνη και Σήφη. Επίσης, έλαβε μέρος στις μάχες του Δρίσκου κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913, όπου και πάλι διακρίθηκε για την ανδρεία του και τιμήθηκε με την απονομή ειδικών μεταλλίων και διπλώματος.

Στις 15.30 της 9ης Φεβρουαρίου 1897, δίδεται το αρχικό σύνθημα για τον βομβαρδισμό από το θωρηκτό «Σικελία», που αποτελούσε την ναυαρχίδα του αρχηγού του ενωμένου στόλου Ιταλού υποναύαρχου Κανεβάρο και που ναυλοχούσε έξω από το λιμάνι των Χανίων.
Αμέσως τα πολεμικά πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων, αρχίζουν χωρίς προειδοποίηση, ένα σφοδρό βομβαρδισμό του στρατοπέδου του Ακρωτηρίου, όπου ήδη κυμάτιζε η ελληνική πολεμική Σημαία.
 Ξαφνικά, μία ρωσική οβίδα πλήττει το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία και άλλη, που προερχόταν από το ρωσικό πολεμικό «Μπελίκη» χτυπά και καταρρίπτει τον ιστό με την μεγάλη ελληνική πολεμική Σημαία.
Τότε ο άξιος στρατοπεδάρχης Μιχάλης Καλορίζικος, διατάζει να στηθεί και πάλι στη θέση του ο κομμένος ιστός με τη Σημαία.
Δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει τη διαταγή του και πετάγεται σαν ελατήριο από το ταμπούρι του ο ατρόμητος αγωνιστής Σπύρος Καγιαλές. Με μεγάλο κίνδυνο για την ζωή του μέσα στην πύρινη κόλαση του βομβαρδισμού, έχοντας στα χείλη του -όπως ο ίδιος διηγούταν αργότερα- τους γνωστούς στίχους «για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδας την ελευθερία», αρπάζει τον ιστό, αναδιπλώνει την τεράστια Σημαία γύρω από τον ώμο του, ξαναστήνει τον ιστό και απλώνει την Σημαία  που κυματίζει και πάλι περήφανη, μέσα σε πανδαιμόνιο ενθουσιασμού των επαναστατών.
Νέα οβίδα καταρρίπτει και πάλι τον ιστό. Και πάλι ο Σπύρος Καγιαλές πετάγεται και τον ξαναστήνει όπως πριν, ενώ το στρατόπεδο «σείεται από ουρανομήκεις ζητωκραυγές».
Προτού όμως κατασιγάσουν οι ζητωκραυγές, τρίτη οβίδα θρυμματίζει πια τον ιστό και ρίχνει κάτω την Σημαία.


Τότε συνέβη κάτι το απίστευτο, κάτι ανεπανάληπτο: Ο Σπύρος Καγιαλές, ορμά αμέσως, αρπάζει την σημαία, κάνει το ίδιο του το σώμα ιστό, και ανυψώνει με τα χέρια του τη Σημαία, που συνέχιζε να κυματίζει περήφανη απέναντι από τα κανόνια του ξένου στόλου.
Οι επαναστάτες και τα πληρώματα των ελληνικών πολεμικών πλοίων που παρακολουθούσαν την εξέλιξη του βομβαρδισμού, έγιναν μάρτυρες μίας απρόσμενης έκπληξης, ενός θαύματος που προκάλεσε η τόσο ριψοκίνδυνη όσο και μοναδική ηρωική πράξη του Σπύρου Καγιαλέ και εξέφραζε με μοναδικό τρόπο την αμετάκλητη απόφαση των επαναστατημένων Κρητικών για ελευθερία ή θάνατο.
Μόλις οι ναύαρχοι του ενωμένου στόλου είδαν με τα κιάλια, ότι η Σημαία και πάλι κυματίζει με κοντάρι έναν επαναστάτη, έναν από τους αγωνιστές που ορθώθηκε κόντρα στα κανόνια τους, δεν πίστευαν στα μάτια τους! Θαύμασαν τόσο, που διέταξαν αμέσως παύση πυρός.
Ήταν τότε που ο Ελευθέριος Βενιζέλος, κλαίγοντας αγκάλιασε τον ηγούμενο Ιερόθεο και του είπε: «Ιερόθεε, να για ποιον λαό αγωνιζόμαστε! 
 Όπως διηγήθηκε αργότερα ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο ναύαρχος Κανεβάρο του είχε πει τότε, πως έμεινε άναυδος από θαυμασμό για την ωραία αυτή και κατ’ εξοχήν ηρωική πράξη του Σπύρου Καγιαλέ, που εκείνη ακριβώς την ημέρα νίκησε -στην κυριολεξία- την ευρωπαϊκή διπλωματία. Γιατί όχι μόνο προκάλεσε την άμεση παύση του βομβαρδισμού του Ακρωτηρίου, αλλά και την υποβολή, από τους ναυάρχους, ευνοϊκών εισηγήσεων προς τις κυβερνήσεις τους. (Εφημερίδες: «Έθνος» 24 Ιουλίου 1929 & «Ηνωμένος Τύπος» Χανίων, 9 Φεβρουαρίου 1937).
 Η πράξη του «Θρύλου του Ακρωτηρίου» αποτέλεσε την συνέχεια μιας ατέλειωτης σειράς θυσιών και αμέτρητων ηρωισμών του αδούλωτου Κρητικού λαού. Ενός λαού η παράδοση και το όραμα του οποίου είναι εμπνευσμένα «από τον αγώνα τον καλό». Από την πρόγευση ελευθερίας που πηγάζει από τα ιερά κόκαλα των Ελλήνων, που είχαν ανά τους αιώνες γι’ αυτήν θυσιαστεί.

ΥΜΝΟΣ 4Ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1936

-Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει πατέρα;
-Γιατί λάμπει ο ήλιος έτσι, γιατί φέγγει έτσι η μέρα;
-Γιατί σαν αυτή παιδί μου, την ημέρα τη χρυσή
που τη χαίρεσαι και συ,
στέρεψε το μαύρο δάκρυ, κλείσανε πολλές πληγές.
Αψηλώσανε τα στάχυα
κι’ ένα γύρω όλα τα βράχια
εγινήκαν ανθοβούνια και χρυσοπηγές.
Μιαν ημέρα σαν κι’ ετούτη, την ολόφωτη κι ωραία
ξεδιπλώθηκε και πάλι η γαλάζια μας σημαία
που ’χει τ’ ουρανού το χρώμα
και σκεπάζει τ’ άγιο χώμα
που ελεύθερος πατάς,
κι έτσι με χαρά κι ελπίδα
για μιαν ένδοξη πατρίδα
η σημαία κυματίζει μ’ ένα ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ.
Μιαν ημέρα σαν ετούτη
δοξασμένη κι ισχυρή
κι έτσι σαν την αντικρίζεις
έτσι πάλι την γνωρίζεις,
«την γνωρίζεις απ’ την κόψη του σπαθιού την τρομερή».

Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΓΙΟΥ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

Ο Πάνος Κολοκοτρώνης, πρωτότοκος γιος του Γέρου, γεννήθηκε στα 1798 και ήταν από τους πιο μορφωμένους Μωραΐτες στα χρόνια του μεγάλου ξεσηκωμού.** Μάλιστα ο Φωτάκος τον κατατάσσει δεύτερο μετά το Γεώργιο Σέκε­ρη. Είχε σπουδάσει στην Ακαδημία της Κέρκυρας (με συμμαθητή τον Γ. Τερτσέτη), ήταν άριστος μαθηματικός και γνώριζε καλά την αρχαία ελληνική και ιταλική γλώσσα και λίγα γαλλικά.
Σκοτώθηκε την εποχή του εμφυλίου, στις 13 Νοεμβρίου 1824, ημέρα Τρίτη και ώρα 4 μ.μ. λίγο έξω από το χωριό Παλλάντιο (Μπεσίρι) της Αρκαδίας, καθ’ οδόν προς Συλίμνα. Την επομένη το πτώμα του μεταφέρθηκε στη Συλίμνα και τάφηκε έξω από την εκκλησία του χωριού. Για τη δολοφονία του γράφτηκαν πολλά. Στις συνθήκες του θανάτου του αναφέρονται κυρίως ο αυτόπτης Θεόδωρος Ρηγόπουλος και ο Φωτά­κος.***
Συνέκδημος Ιατροδικαστική, 1870.
Για τη δολοφονία του Πάνου εντοπίσαμε μια a posteriori ιατροδικαστική εκτίμηση, που έγινε πολύ αργότερα και με βάση το κρανίο του, από τον γιατρό Ιωάννη Π. Πύρλα και δημοσιεύθηκε στον πρώτο τόμο του βιβλίου του «Συνέκδημος Ιατροδικαστική» (Εν Αθήναις 1870, σσ. 101-103).
Ο Πύρλας υπήρξε πραγματικός ιατροφιλόσοφος με σημαντικό συγγραφικό έργο, μια πολύπλευρη προσωπικότητα, που άφησε ανεξίτηλα ίχνη στην εποχή του. Γεννήθηκε στα 1818 στην Τρίπολη και πέθανε στα 1901 στην Αθήνα. Η «Συνέκδημος Ιατροδικαστική» εκδόθηκε σε τρεις τόμους (1870-1874) και υπήρξε το τρίτο, και πλήρες, σύγγραμμα ιατροδικαστικής, που εκδόθηκε στην ελεύθερη Ελλάδα.****
Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν την ιατροδικαστική του εκτίμηση:

«Τα επί του κρανίου τοιαύτα τραύματα εν γένει εισί θανατηφόρα, οσάκις η σφαίρα εισέλθη εις τον εγκέφαλον. Ο θάνατος είναι τόσον ταχύτε­ρος, όσον το τραύμα κείται εγγύτερα τη βάσει του εγκεφάλου. Τοιούτον τραύμα τάχιστα θανατηφόρον υπέστη ο Πάνος Θ. Κολοκοτρώνης το 1824.
Γνωστόν εστίν ότι ο πρωτότοκος ούτος υιός του Θ. Κολοκοτρώνου, όστις διεκρίνετο τω καιρώ εκείνω επί παιδεία και ικανότητα, εφονεύθη παρά την Τρίπολιν μετά την λήξιν εμφυλίου μάχης, συναφθείσης παρά τω χωρίω Θάνα, καθ’ ην ηττηθείς μετέβαινεν εις το χωρίον Σιλίμνα, ένθα ήτο στρατοπεδευμένος ο πατήρ αυτού· εν ω εβάδιζεν έφιππος επί της αγούσης εκ χωρίου Μπεσρίου εις Σιλίμναν, συνοδευόμενος παρ’ ο­λίγων σωματοφυλάκων˙ άνδρες εξ τον αριθμόν ευρισκόμενοι μετά την μάχην επί της θέσεως Κλεισούρα καλούμενης όπισθεν πετρών, πολύ απέχουσαν αυτού, πυροβολούσι κατά των οπι­σθίων αυτού μάλλον προς ύβριν παρά προς βλάβην, διότι μόλις η σφαίρα τουφεκίου έφθανεν, ότε μία μόνον σφαίρα τουφεκίου επιμήκους κρητικού, αφιχθείσα έτυχεν κακή μοίρα εξαιρε­τικώς μόνον τον Πάνον ήτις προσκρούσασα με­τά κρότου επί του κρανίου διήλθεν αυτό εκ των οπισθίων προς τα εμπρός και δεξιόθεν προς τ’ αριστερά πλαγίως, και επέφερεν αμέσως τον θά­νατον, καταπεσόντος του φονευθέντος εκ του ίππου και εγκαταλειφθέντος εκεί παρά των εριήρων εταίρων του, οίτινες ώχοντο φεύγοντες.
Το κρανίον του ατυχούς τούτου αρχηγού, το οποίον διατηρούμεν παρ’ ημίν, παρέχει λίαν περιέργους τας επ’ αυτού λυγράς οπάς της διελθούσης σφαίρας. Η μεν της εισόδου κείται επί της οπί­σθιας χώρας του δεξιού βρεγματικού οστού, 20 χιλιοστόμετρα απέχουσα της κορυφής του ινίου είνε κυκλική, και έχει διάμετρον κατά την εξω­τερική πλάκα του κρανίου 19 χιλιοστόμετρα, ά­γει δε ευρυνομένη εκ των εκτός προς την εσωτερικήν πλάκα, εν η η διάμετρος της οπής είνε 24 χιλιοστ. Η δε της εξόδου κείται επί του μετωπικού οστού προς τα όπισθεν και υπέρ άνω της αριστεράς ζυγωματικής αποφύσεως, (επί του μηνιγκίου), απέχουσα της οφθαλμικής κόγχης 25 χιλιοστομ. Η οπή αύτη έχει σχήμα ωοειδές ως κομβοδόχης πλατείας εκ των άνω προς τα κάτω, ευρυνόμενον δε εκ της εντός προς την εκτός πλάκα του κρανίου· και η μεν οπή της ε­ντός πλακός έχει την μικροτέραν διάμετρον 7 χιλιοστ. την δε μείζονα 17 χιλιοστόμετ. η δε της έξω πλακός έχει την μικροτέραν διάμετρον 22 χιλιοστομ. και την μείζονα 30 · ώστε η επί της έξω πλακός οπή, διατηρούσα το όμοιον σχή­μα της εντός, υπάρχει πολύ ευρύτερα.
Εκ της τοιαύτης διαθέσεως των οπών τούτων έπεται εκ των προρρηθέντων ότι η σφαίρα προσέκρουσεν καθέτως κατά του κρανίου εκ των οπισθίων, διόπερ και κυκλική εγένετο η οπή ότε διατρυπήσασα τας μήνιγκας του εγκεφάλου και αυτόν διαμπερές, καθ’ α απώλεσε μέρος της δυ­νάμεως αυτής, προσέκρουσεν αύθις πλαγίως επί της πλαγίας αριστεράς χώρας του μετωπικού ο­στού τούτων ένεκεν παρήχθη το τε επίμηκες ως κομβοδόχης σχήμα, η ευρύτης της όλης οπής, και το ευρύτερος της έξωθι πλακός. Εν συνόλω ειπείν αμφότεροι αι οπαί αύται της τε εισόδου, και της εξόδου διαφέρουσι πολύ προσαλλήλας˙ η της εισόδου είνε κανονική, και μείζονος διαμέ­τρου της εξόδου ως προς την μικροτέραν ταύτης διάμετρον. Ο δε θάνατος επήλθε τάχιστα ου μό­νον διότι η σφαίρα διήλθε διαμπερές και διαγω­νίως τον εγκέφαλον˙ αλλά και διότι διήλθε παρά την βάσιν αυτού.»

Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΥ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΗΣ

Δεν υπάρχει ηρωική περίοδος στη ζωή των λαών που να μην έχει και τις σκοτεινές πλευρές της. Ο ελληνικός εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας του 1821 δεν αποτελεί εξαίρεση. Δύο εμφύλιοι πόλεμοι ξέσπασαν κατά τη διάρκειά του, εξαιτίας των οποίων ό,τι κατακτήθηκε στο πεδίο της μάχης τα πρώτα νικηφόρα χρόνια κινδύνευσε σοβαρά να χαθεί λόγω των συγκρούσεων ανάμεσα στις διάφορες πολιτικές και στρατιωτικές φατρίες της εποχής. Το φατριαστικό πνεύμα δεν έλειψε ούτε με τά την απελευθέρωση, ιδίως την περίοδο της βαυαροκρατίας, όταν κάποιοι από τους μεγάλους πρωταγωνιστές της επανάστασης ή κατάντησαν «διακονιαρέοι», όπως γράφει ο Μακρυγιάννης, ή σύρθηκαν στις φυλακές: από τον ίδιο τον Κολοκοτρώνη και τον Πλαπούτα ως τον Νικηταρά και τον Μακρυγιάννη. Είχαν ωστόσο προηγηθεί κατά τη διάρκεια του Αγώνα η καταδίκη του Καραϊσκάκη ως «εχθρού του λαού» και η άγρια δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου στην Ακρόπολη.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
*
Εις θάνατον επί εσχάτη προδοσία
*  Στα απομνημονεύματά του, που τα υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη και φέρουν τον τίτλο Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αναφέρει ένα περιστατικό που με έμμεσο τρόπο εκφράζει το πνεύμα της Επανάστασης του 1821: « Οταν έμβηκα εις την Τριπολιτσά, με έδειξαν τον Πλάτανο εις το παζάρι όπου εκρέμαγαν τους Ελληνας. Αναστέναξα και είπα:"Αϊντε, πόσοι από το σόγι μου και από το έθνος μου εκρεμάσθηκαν εκεί" ». Ο Κολοκοτρώνης έδωσε διαταγή να κόψουν τον πλάτανο. Η Τριπολιτσά αλώθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 και οι εξαγριωμένοι νικητές σφαγίασαν 30.000 άμαχους Τούρκους και εβραίους. Ηταν η πρώτη χρονιά του Αγώνα και στην Πελοπόννησο οι Ελληνες σημείωναν μόνο νίκες. Είχε προηγηθεί η νίκη στο Βαλτέτσι στις 14 Μαΐου και η συντριβή του Δράμαλη στα Δερβενάκια περίπου δύο μήνες αργότερα. Ο Κολοκοτρώνης είχε συμπληρώσει τα 51 του χρόνια, αρκετά για να τον χαρακτηρίσουν «γέρο» με τα δεδομένα της εποχής. Αλλά η μεγάλη αυτή μορφή της Ελληνικής Επανάστασης δώδεκα χρόνια αργότερα θα φυλακιζόταν στη χώρα για την απελευθέρωση της οποίας αφιέρωσε τη ζωή του. Το 1833, όταν ήταν 63 ετών, έχοντας έλθει σε σύγκρουση με το καθεστώς της Αντιβασιλείας- και μολονότι ήταν ένθερμος υποστηρικτής του Οθωνα-, θα τον συνελάμβαναν, θα τον φυλάκιζαν στις φυλακές του Ναυπλίου για δεύτερη φορά και θα τον καταδίκαζαν σε θάνατο επί εσχάτη προδοσία. Δύο χρόνια αργότερα ο Οθωνας, μόλις ενηλικιώθηκε και ανέλαβε τα ηνία του κράτους, τον απελευθέρωσε και τον έκανε στρατηγό. Μπορεί κανείς να φανταστεί τι θα είχε συμβεί αν η Αντιβασιλεία τολμούσε να εκτελέσει την ποινή...

ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ
*
Τουρκοφάγος στη διακονιά...
*
Ο Τουρκολέκας ή Τουρκολακιώτης, όπως υπέγραφε ο Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς ή Τουρκοφάγος, ο μεγάλος πρωταγωνιστής της καταστροφής της στρατιάς του Δράμαλη, μετά την απελευθέρωση γνώρισε τη φυλακή και την ταπείνωση, θύμα της πολιτικής οξύτητας και των παθών της εποχής. Οπαδός του ρωσόφιλου κόμματος, κατηγορήθηκε ότι συνωμοτούσε προκειμένου να ανατραπεί ο Οθωνας και να αντικατασταθεί από κάποιον ρώσο πρίγκιπα. Πολλοί από τους περιπατητές που περνούν σήμερα μπροστά από την προτομή του στο Πεδίον του Αρεως ίσως και να μη γνωρίζουν ότι ο φοβερός και τρομερός Νικηταράς συνελήφθη το 1839, όταν ήταν 55 ετών, και καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενάμισι έτους. Την ποινή του εξέτισε στις φυλακές Αίγινας.

Μετά την απελευθέρωσή του έζησε άλλα οκτώ χρόνια μισότυφλος και πάμπτωχος με μια πενιχρή σύνταξη, ως το 1849 που πέθανε στον Πειραιά.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ
*
Ο «εχθρός του λαού»
*
«Πού πας παλικάρι ωραίο σαν μύθος». Είναι από τους ωραιότερους στίχους του Διονύση Σαββόπουλου στο νεανικό του τραγούδι Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη. Ευθύς, αθυρόστομος, άφοβος μπροστά στον εχθρό αλλά και στην πολιτική εξουσία, ο «γιος της καλόγριας», ο απαράμιλλος στρατιωτικός που ζούσε σαν απλός στρατιώτης και καλούσε τους στρατιώτες του με τα μικρά τους ονόματα να ριχτούν μαζί του στη μάχη, είχε το «προνόμιο» στις 30 Μαρτίου 1824 να κηρυχθεί από τη λεγόμενη «Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος», δηλαδή τον Μαυροκορδάτο και τους αχυρανθρώπους του, «εχθρός της πατρίδος».

Ο Μαυροκορδάτος τον κατηγόρησε ότι είχε στείλει γράμμα στον Ομέρ Βρυώνη, στο οποίο του υποσχόταν ότι «θα του παραδώσει το Μεσολόγγι και το Αιτωλικό» . Ο ήρωας έφτασε στο σημείο, προκειμένου να λήξει το ζήτημα, να ζητήσει δημοσίως συγγνώμη από τον Μαυροκορδάτο, αλλά ο φιλόδοξος διπλωμάτης, που ήθελε να πάρει στα χέρια του όλη την εξουσία, πολιτική και στρατιωτική, δεν τη δέχθηκε. Ο Καραϊσκάκης έπασχε από προχωρημένη φυματίωση. Τόσο ήταν το μίσος του Μαυροκορδάτου, που έγραψε πως η «κακιά αρρώστια» του Καραϊσκάκη ήταν περίπου απόφαση του Θεού να απαλλάξει το έθνος από τον «γιο της καλόγριας».

Ομως ο αρχιστράτηγος από τη Ρούμελη- και αδιαφιλονίκητα ο κορυφαίος μαζί με τον Κολοκοτρώνη σε ζητήματα τακτικής και κλεφτοπολέμου- δεν ήταν από εκείνους που το βάζουν κάτω. Κατέφυγε στο Ναύπλιο όπου η κυβέρνηση τού αναγνώρισε τα αξιώματά του.

Δύο χρόνια αργότερα, και αφού το Μεσολόγγι είχε πέσει, διέλυσε τα στρατεύματα των Τούρκων στην Αράχοβα. Σκοτώθηκε τον Απρίλιο του 1827 στο Φάληρο. Τις τελευταίες του λέξεις τις απηύθυνε στον στρατηγό Μακρυγιάννη: «Εγώ πεθαίνω. Ομως εσείς να είστε μονιασμένοι και να βαστήξετε την πατρίδα». Λένε πως όταν ο Κολοκοτρώνης έμαθε τον θάνατό του κάθησε σταυροπόδι κι άρχισε να μοιρολογεί σαν γυναίκα.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ
*
Εγκλημα στην Ακρόπολη
*
Ουδέποτε αυτός που αντιμετώπισε νικηφόρα τη φοβερή στρατιά του Ομέρ Βρυώνη στο Χάνι της Γραβιάς στις 8 Μαΐου 1821 θα φανταζόταν ότι τέσσερα χρόνια αργότερα, στις αρχές του καλοκαιριού του 1825, θα δολοφονούνταν στην Ακρόπολη κατ΄ εντολήν του πάλαι ποτέ πρωτοπαλίκαρού του Γιάννη Γκούρα. Ο Ανδρούτσος ήταν θύμα του εμφυλίου πολέμου, μία από τις αιτίες του οποίου ήταν η σύγκρουση κάποιων οπλαρχηγών με τους κοτζαμπάσηδες. Τότε διέπραξε ένα τεράστιο σφάλμα: επιχείρησε να έλθει σε συνεννόηση με τους Τούρκους. Αντιλαμβανόμενος τι είχε κάνει, αποφάσισε να παραδοθεί- και, όπως υπέθεσε, στον πλέον κατάλληλο: το πρωτοπαλίκαρό του, τον Γκούρα. Ο Γκούρας λέγεται ότι έλαβε μέρος και στα άγρια βασανιστήρια στα οποία υπέβαλαν τον Ανδρούτσο προτού τον δολοφονήσουν. Το περιστατικό ήταν από τα πλέον άγρια του εμφυλίου πολέμου που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στις διάφορες φατρίες των οπλαρχηγών και της πολιτικής ηγεσίας της εποχής. Και όχι μόνον από τα αγριότερα, αλλά και χαρακτηριστικά της ανανδρίας που είχε σε κάποιες περιπτώσεις αντικαταστήσει την παλικαριά και τον ενθουσιασμό των πρώτων χρόνων της Επανάστασης. Οι δολοφόνοι μετά το έγκλημα πέταξαν το πτώμα του ήρωα στα βράχια της Ακρόπολης ώστε να φανεί ότι ο Ανδρούτσος σκοτώθηκε ενώ επιχειρούσε να δραπετεύσει. Η αλήθεια αποκαλύφθηκε 73 ολόκληρα χρόνια αργότερα, όταν τα πραγματικά περιστατικά δημοσιεύθηκαν από τον δικηγόρο Σπύρο Φόρτη στην εφημερίδα Καιροί , όπως του τα είχε αφηγηθεί ένας αυτόπτης μάρτυς, ο στρατιώτης Κωνσταντίνος Καλαντζής που ήταν σκοπός εκείνο το βράδυ.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ
*
Ο στρατηγός στο εδώλιο
*
Οταν ο Γιάννης Βλαχογιάννης ανακάλυπτε και έπειτα από επίπονη προσπάθεια κατάφερνε να αποκρυπτογραφήσει τα ορνιθοσκαλίσματα του στρατηγού Ιωάννη Μακρυγιάννη και να εκδώσει τα Απομνημονεύματά του το 1907, ίσως και να μη φανταζόταν την επίδραση που θα είχαν όχι μόνον ως ιστορικά ντοκουμέντα αλλά και ως λογοτεχνικά κείμενα. Ακόμη και σήμερα εκφράζουν πειστικότερα από οποιοδήποτε άλλο κείμενο το πνεύμα και τους σκοπούς του ΄21 και κυρίως την ψυχή και το φρόνημα των αγωνιστών που αφιέρωσαν τη ζωή τους στη μεγάλη υπόθεση. Ο άνθρωπος που έμαθε γράμματα στα 33 του χρόνια, για να αφηγηθεί τα του βίου του, διέθετε αδούλωτο φρόνημα και αδιαπραγμάτευτες δημοκρατικές πεποιθήσεις. Ηταν αγνός, παθιασμένος και ανιδιοτελής. Το αποδεικνύει ο βίος του, από το 1820 όταν έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας ως το 1864 που πέθανε στα 67 του χρόνια. Η διαδρομή του ήταν η διαδρομή του αγωνιστή που ούτε τα αξιώματα ούτε η δόξα τον ενδιέφεραν. Το 1822 ακολουθεί τον Ανδρούτσο και τον Γκούρα ως μικροκαπετάνιος, όμως αυτό δεν τον εμποδίζει να διακρίνει αμέσως τη φιλαργυρία και την πλεονεξία του Γκούρα. Στην Πελοπόννησο ακολουθεί τον Γενναίο Κολοκοτρώνη, αλλά ο νεανικός ιδεαλισμός του υφίσταται βαρύ πλήγμα από τις ίντριγκες και τη συνωμοτική και φατριαστική συμπεριφορά κατ΄ εξοχήν του Μαυροκορδάτου. Πολεμάει εναντίον του Ιμπραήμ και τραυματίζεται σοβαρά. Στην πολιορκία της Ακρόπολης από τον Κιουταχή τραυματίζεται ξανά. Αργότερα, βλέποντας καθημερινά, τον καιρό της Αντιβασιλείας και του Οθωνα, τους αγωνιστές όχι μόνο να έχουν τεθεί στο κοινω νικό περιθώριο αλλά και να λοιδορούνται συχνά, πρωταγωνιστεί μαζί με τον Καλλέργη στην έξωση του Οθωνα. Χάρη σε αυτόν η Ελλάδα αποκτά το πρώτο της Σύνταγμα ως ελεύθερο κράτος το 1844. Οι βασιλικοί δεν του το συγχώρησαν ποτέ. Το 1852, στα 55 του χρόνια, τον κατηγόρησαν για συνωμοσία, τον συνέλαβαν και τον καταδίκασαν σε θάνατο. Η ποινή του μετατράπηκε σε φυλάκιση. Δύο χρόνια αργότερα τον αποφυλάκισε ο τότε πρωθυπουργός και παλαιός συναγωνιστής του Δημήτριος Καλλέργης. Ο Μακρυγιάννης πέθανε το 1864. Στα γεράματά του υπέστη κρίση θρησκοληψίας και προσευχόταν μόνος σε μια σπηλιά κοντά στο σπίτι του. Εκείνη την εποχή έγραψε και το παραληρηματικό Οράματα και θάματα, όπου αποδεικνύεται ότι ο μεγάλος αγωνιστής είχε περάσει στην άλλη όχθη και δεν ήταν πλέον «του κόσμου τούτου ».

Τετάρτη 20 Μαρτίου 2013

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ

H πρώτη Ελληνική σημαία με το λευκό σταυρό σε γαλανό φόντο, σχεδιάστηκε, υφάνθηκε, ευλογήθηκε και υψώθηκε στην Μονή Ευαγγελίστριας στη Σκιάθο το 1807.
Σ' αυτή ο μοναχός Νήφωνας όρκισε τους οπλαρχηγούς
Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ανδρέα Μιαούλη, Παπαθύμιο Βλαχάβα, Γιάννη Σταθά, Νικοτσάρα, τον Σκιαθίτη διδάσκαλο τοu Γένους Επιφάνιο - Στέφανο Δημητριάδη και πολλούς άλλους, μετά από μεγάλη σύσκεψη που έκαναν στο Μοναστήρι της Ευαγγελιστρίας για να καταστρώσουν το σχέδιο δράσης τους.

H ελληνική σημαία με την επίσημη μορφή της οποίας καθορίστηκε το 1822
από το Σύνταγμα της Επιδαύρου, είχε σταυρό, ως σύμβολο της ορθοδοξίας.

Η σημαία αυτή, αποτελούσε την επίσημη Ελληνική σημαία έως το 1978.

Η Επίσημη Σημαία του Ελληνικού κράτους καθιερώθηκε με νόμο στις 21-12-1978
οπότε και υιοθετήθηκε η "ναυτική", αυτή με τις οριζόντιες λευκές και γαλάζιες γραμμές.

Το ριγωτό πρότυπο επιλέχτηκε λόγω της ομοιότητάς του με την
κυματιστή θάλασσα που περιβάλλει τις ακτές της Ελλάδας.

Η εκδοχή του λευκού σταυρού μέσα σε κυανό πλαίσιο χρησιμοποιείται
ακόμα και σήμερα παράλληλα με την πιο διαδεδομένη μορφή με τις ρίγες.
άλλη εκδοχή
Από το 1832 έως το 1974 η μπλε σημαία με τον κεντρικό απλό λευκό σταυρό χρησιμοποιούνταν στο εσωτερικό της χώρας και η σημερινή σημαία, με το σταυρό πάνω αριστερά και τις ρίγες, χρησιμοποιούνταν στο εξωτερικό.
Τα χρώματα της σημαίας, γαλάζιο και λευκό, συμβολίζουν το γαλάζιο της Ελληνικής θάλασσας και το λευκό των αφρισμένων κυμάτων.
Οι οριζόντιες γραμμές είναι 9, όσες και οι συλλαβές του συνθήματος της Ελληνικής Επανάστασης,"ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ `Η ΘΑΝΑΤΟΣ".
Ο λευκός σταυρός συμβολίζει την αφοσίωση των Ελλήνων στην Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη, καθώς και τη συμβολή της Εκκλησίας στο σχηματισμό του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους. Σε όλους τους αγώνες του `Εθνους, οι `Ελληνες πολέμησαν και υπερασπίστηκαν με τη ζωή τους το ιερό αυτό σύμβολο.
Μπορεί κανείς να ξεχάσει το γενναίο σημαιοφόρο που σκοτώθηκε από εχθρικά πυρά, τη στιγμή που έστηνε την ελληνική σημαία στην κορυφή του Μπιζανίου το 1912 .
Στη μάχη που ακολούθησε, σκοτώθηκαν δέκα στρατιώτες για να μην πέσει η σημαία στα χέρια του εχθρού. Στο τέλος ο λοχίας, που είχε απομείνει, όρμησε στο ύψωμα, αγκάλιασε τη σημαία, κατρακύλησε αιμόφυρτος στην πλαγιά και όταν έφθασε στο διοικητή του τάγματος, στάθηκε όρθιος χαιρέτησε και ανάφερε στο διοικητή.
"Κύριε διοικητά, έχω την τιμή να σας παραδώσω τη σημαία".
Και έπεσε νεκρός.

άλλη εκδοχή
Οι 9 οριζόντιες γραμμές της Ελληνικής Σημαίας συμβολίζουν
τις εννέα μούσες της Ελληνικής Μυθολογίας.
Την Καλλιόπη (Επική Ποίηση), την Κλειώ (Ιστορία), την Ερατώ (ερωτική ποίηση),
την Ευτέρπη (Μουσική), την Μελπομένη (Τραγωδία),
την Πολύμνια (Ιερή Ποίηση, γεωμετρία, μιμητική και γεωργία),
την Τερψιχόρη (χορός), την Θάλια (κομωδία και ειδυλλικής ποίησης) και
την Ουρανία (αστρολογία).
Οι 9 μούσες ενέπνευσαν ολόκληρο τον Ελληνικό πολιτισμό,
από τον καιρό του Ομήρου μέχρι τον Παλαμά, τον Σεφέρη και τον Ελύτη ως και σήμερα.
Ο Ηρόδοτος έλεγε ότι το γαλάζιο και το λευκό είναι τα χρώματα των Ελλήνων,
που συμβολίζουν το ομόγλωσσον, το ομόθρησκον, το ομότροπον και το όμαιμό
(κοινό γαλάζιο αίμα) μας.
Ο σταυρός ενώνει το κυανό με το λευκό, το αρσενικό με το θηλυκό, σε ένα υπέρτατο συμβολισμό αγάπης, έρωτα, ανδρείας και θυσίας, συμβολίζει τον Απόλλωνα και τον Διόνυσο και μετέπειτα τον Χριστό.
Εκτός του ότι συμβολίζει την Ελληνορθόδοξη πίστη μας, το πανάρχαιο αυτό σύμβολο στην ελληνική σημαία, ο ισοσκελής σταυρός είναι η ελληνική Τετράκτυς, το σύμβολο του Δία, του Ήλιου, που μεταλαμπαδεύει Φως και Ζωή.
ΕΛ-ΛΗΝ = ΗΛΙΟΥ ΝΟΩΝ - αυτός που σκέφτεται σωστά, καλά, φωτεινά, καθαρά, ο γνωστικός και σοφός.

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

Η ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΥΨΗΛΑΝΤΗ

ΜΑΧΟΥ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ
 
Η ώρα ήλθεν, ω Άνδρες Έλληνες! Πρό πολλού οι λαοί της Ευρώπης, πολεμούντες υπέρ των ιδίων Δικαιωμάτων και ελευθερίας αυτών, μας επροσκάλουν εις μίμησιν, αυτοί, καίτοι οπωσούν ελεύθεροι, επροσπάθησαν όλαις δυνάμεσι να αυξήσωσι την ελευθερίαν, και δι’ αυτής πάσαν αυτών την Ευδαιμονίαν.
 Οι αδελφοί μας και φίλοι είναι πανταχού έτοιμοι, οι Σέρβοι, οι Σουλιώται, και όλη η Ηπειρος, οπλοφορούντες μας περιμένωσιν· ας ενωθώμεν λοιπόν με Ενθουσιασμόν! η Πατρίς μάς προσκαλεί!
 Η Ευρώπη, προσηλώνουσα τους οφθαλμούς της εις ημάς, απορεί διά την ακινησίαν μας, ας αντηχήσωσι λοιπόν όλα τα Όρη τής Ελλάδος από τον Ήχον τής πολεμικής μας Σάλπιγγος, και αι κοιλάδες από την τρομεράν κλαγγήν των Αρμάτων μας. Η Ευρώπη θέλει θαυμάση τας ανδραγαθίας μας, οι δε τύραννοι ημών τρέμοντες και ωχροί θέλουσι φύγει απ’ έμπροσθέν μας.
 Οι φωτισμένοι λαοί της Ευρώπης ενασχολούνται εις την αποκατάστασιν της ιδίας ευδαιμονίας· και πλήρεις ευγνωμοσύνης διά τας προς αυτούς των Προπατόρων μας ευεργεσίας, επιθυμούσι την ελευθερίαν της Ελλάδος.
 Ημείς, φαινόμενοι άξιοι της προπατορικής αρετής και του παρόντος αιώνος, είμεθα Εύελπεις, να επιτύχωμεν την υπεράσπισιν αυτών και βοήθειαν· πολλοί εκ τούτων φιλελεύθεροι θέλουσιν έλθη, διά να συναγωνισθώσι με ημάς. Κινηθήτε, ω φίλοι, και θέλετε ιδή μίαν Κραταιάν δύναμιν να υπερασπισθή τα δίκαιά μας! Θέλετε ιδή και εξ αυτών των εχθρών μας πολλούς, οίτινες, παρακινούμενοι από την δικαίαν μας αιτίαν, να στρέψωσι τα Νώτα προς τον εχθρόν και να ενωθώσι με ημάς· ας παρρησιασθώσι με ειλικρινές φρόνημα, η Πατρίς θέλει τους εγκολπωθή! Ποίος λοιπόν εμποδίζει τους ανδρικούς σας Βραχίονας; ο άνανδρος εχθρός μας είναι ασθενής και αδύνατος. Οι στρατηγοί μας έμπειροι και όλοι οι ομογενείς γέμουσιν ενθουσιασμού! ενωθήτε λοιπόν, ω ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες! ας σχηματισθώσι φάλαγκες εθνικαί, ας εμφανισθώσι Πατριωτικαί λεγεώνες, και θέλετε ιδή τους παλαιούς εκείνους Κολοσσούς του δεσποτισμού να πέσωσιν εξ ιδίων, απέναντι των θριαμβευτικών μας Σημαίων! Εις την φωνήν της Σάλπιγκός μας όλα τα παράλια του Ιωνίου και Αιγέου πελάγους θέλουσιν αντηχήση· τα Ελληνικά πλοία, τα οποία εν καιρώ ειρήνης ήξεραν να εμπορεύωνται, και να πολεμώσι, θέλουσι σπείρη εις όλους τους λιμένας του τυράννου με το πυρ και την μάχαιραν, την φρίκην και τον θάνατον...
 Ποία ελληνική ψυχή θέλει αδιαφορήση εις την πρόσκλησιν της Πατρίδος; Εις την Ρώμην ένας του Καίσαρος φίλος σείων την αιματομένην χλαμύδα του τυράννου εγείρει τον λαόν. Tι θέλετε κάμη Σεις ω Έλληνες, προς τους οποίους η Πατρίς γυμνή δεικνύει μεν τας πληγάς της και με διακεκομμένην φωνήν επικαλείται την βοήθειαν των τέκνων της; Η θεία πρόνοια, ω φίλοι Συμπατριώται, ευσπλαγχνισθείσα πλέον τας δυστυχίας μας ηυδόκησεν ούτω τα πράγματα, ώστε με μικρόν κόπον θέλομεν απολαύση με την ελευθερίαν πάσαν ευδαιμονίαν. Αν λοιπόν από αξιόμεμπον αβελτηρίαν αδιαφορήσωμεν, ο τύραννος γενόμενος αγριώτερος θέλει πολλαπλασιάση τα δεινά μας, και θέλομεν καταντήση διά παντός το δυστυχέστερον πάντων των εθνών.
 Στρέψατε τους οφθαλμούς σας, ω Συμπατριώται, και ίδετε την ελεεινήν μας κατάστασιν! ίδετε εδώ τους Ναούς καταπατημένους! εκεί τα τέκνα μας αρπαζόμενα διά χρήσιν αναιδεστάτην της αναιδούς φιληδονίας των βαρβάρων τυράννων μας! τους οίκους μας γεγυμνωμένους, τον αγρούς μας λεηλατισμένους και ημάς αυτούς ελεεινά ανδράποδα!
 Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον Ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν! λέγω τον Σταυρόν, και ούτω να εκδικήσωμεν την Πατρίδα, και την Ορθόδοξον ημών Πίστιν από την ασεβή των ασεβών Καταφρόνησιν.
 Μεταξύ ημών ευγενέστερος είναι, όστις ανδρειοτέρως υπερασπισθή τα δίκαια της Πατρίδος, και ωφελιμοτέρως την δουλεύση. Το έθνος συναθροιζόμενον θέλει εκλέξη τους Δημογέροντάς του, και εις την ύψιστον ταύτην Βουλήν θέλουσιν υπείκει όλαι μας αι πράξεις...
 Ας κινηθώμεν λοιπόν μέ εν κοινόν φρόνιμα, oι πλούσιοι ας καταβάλωσιν μέρος της ιδίας περιουσίας, oι ιερoί ποιμένες ας εμψυχώσωσι τον λαόν με το ίδιόν των παράδειγμα, και oι πεπαιδευμένοι ας συμβουλεύσωσιν τα ωφέλιμα. Oι δε εν ξέναις αυλαίς υπουργούντες στρατιωτικοί και πολιτικοί ομογενείς, αποδίδοντες τας ευχαριστίας εις ην έκαστος υπουργεί δύναμιν, ας ορμήσωσιν όλοι εις το ανοιγόμενον ήδη μέγα και λαμπρόν στάδιον, και ας συνεισφέρωσιν εις την πατρίδα τον χρεωστούμενον φόρον, και ως γενναίoι ας ενοπλισθώμεν όλοι άνευ αναβολής καιρού με το ακαταμάχητον όπλον της ανδρείας και υπόσχομαι εντός ολίγου την νίκην και μετ' αυτήν παν αγαθόν. Πoίoι μισθωτοί και χαύνοι δούλοι τολμούν να αντιπαραταχθώσιν απέναντι λαού, πολεμούντος υπέρ της ιδίας ανεξαρτησίας; Μάρτυρες oι Ηρωικοί αγώνες των προπατόρων μας· Μάρτυς η lσπανία, ήτις πρώτη και μόνη κατετρόπωσε τας αηττήτους φάλαγκας ενός τυράννου.
 Με την Ένωσιν, ω Συμπολίται, με το προς την ιεράν Θρησκείαν Σέβας, με την προς τους Νόμους και τους Στρατηγούς υποταγήν, με την ευτολμίαν και σταθηρότητα, η νίκη μας είναι βεβαία και αναπόφευκτος, αυτή θέλει στεφανώση μέ δάφνας αειθαλείς τους Ηρωικούς αγώνας μας, αυτή με χαρακτήρας ανεξαλείπτους θέλει χαράξη τα ονόματα ημών εις τον ναόν της αθανασίας, διά το παράδειγμα των επερχομένων γενεών. Η Πατρίς θέλει ανταμείψη τα ευπειθή και γνήσιά της τέκνα με τα βραβεία της δόξης και τιμής· τα δε απειθή και κωφεύοντα εις την τωρινήν της πρόσκλησιν, θέλει αποκηρύξη ως νόθα και Ασιανά σπέρματα, και θέλει παραδώση τα ονόματά των, ως άλλων προδότων, εις τον αναθεματισμόν και κατάραν των μεταγενεστέρων.
Ας καλέσωμεν λοιπόν εκ νέου, ω Ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες, την ελευθερίαν εις την κλασικήν γην της Ελλάδος! Ας συγκροτήσωμεν μάχην μεταξύ του Μαραθώνος και των Θερμοπυλών! Ας πολεμήσωμεν εις τους τάφους των Πατέρων μας, οι οποίοι, διά να μάς αφήσωσιν ελευθέρους, επολέμησαν και απέθανον εκεί! Το αίμα των τυράννων είναι δεκτόν εις την σκιάν τον Επαμεινώνδου Θηβαίου, και του Αθηναίου Θρασυβούλου, οίτινες κατετρόπωσαν τους τριάκοντα τυράννους, εις εκείνας του Αρμοδίου και Αριστογείτωνος, οι οποίοι συνέτριψαν τον Πεισιστρατικόν ζυγόν, εις εκείνην του Τιμολέοντος, όστις απεκατέστησε την ελευθερίαν εις την Κόρινθον και τας Συρακούσας, μάλιστα εις εκείνας τον Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους, του Λεωνίδου και των τριακοσίων, οίτινες κατέκοψαν τοσάκις τους αναριθμήτους στρατούς των βαρβάρων Περσών, των οποίων τους βαρβαροτέρους και ανανδροτέρους απογόνους πρόκειται εις ημάς σήμερον, με πολλά μικρόν κόπον, να εξαφανίσωμεν εξ ολοκλήρου.
 Εις τα όπλα λοιπόν φίλοι η Πατρίς Μάς Προσκαλεί!
Αλέξανδρος Υψηλάντης
Την 24ην Φεβρεαρίου 1821 Εις το γενικόν στρατόπεδον του Ιασίου

Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΩΝ ΟΣΤΩΝ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

Ο τάφος του Κολοκοτρώνη βρίσκεται στο πρώτο νεκροταφείο Αθηνών, αλλά τα οστά του έχουν μεταφερθεί από το 1930 στην Τρίπολη, από τον ίδιο τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Δεν υπήρξε Έλληνας που να μην γονατίσει κατά μήκος της διαδρομής των οστών από την Αθήνα στην Τρίπολη. Όλα τα μάτια δάκρυσαν και όλων οι καρδιές χτύπησαν δυνατά. Τα οστά του Κολοκοτρώνη τοποθετήθηκαν σε μια κρύπτη στη βάση του Ηρώου των αγωνιστών του 1821, που βρίσκεται στην πλατεία Άρεως της Τρίπολης. Το σημείο αυτό θεωρείτο ιερό και κάθε χρονιά, την ημέρα της 25ης Μαρτίου, οι κάτοικοι της πόλης κατέθεταν στεφάνια και έκαναν τρισάγια στη μνήμη του Γέρου. Δυστυχώς, όμως, την ιερότητα του χώρου διατάραξαν με βάρβαρο τρόπο οι Ιταλοί κατακτητές το 1942.
 
ΣΚΟΡΠΙΣΑΝ ΤΑ ΟΣΤΑ
«Τη νύχτα της 25ης Μαρτίου του 1942 ακούσαμε δυνατά χτυπήματα στην πόρτα του σπιτιού μας και πεταχτήκαμε από τα κρεβάτια μας. Έξω έπεφτε τρομερή βροχή και αυτό μεγάλωνε την αγωνία μας. Έτρεξα και κοίταξα να δω ποιος είναι. Ήταν ένας υπάλληλος του δημαρχείου, τρομαγμένος και λαχανιασμένος. ‘‘Γιώργο, πες στον κύριο δήμαρχο ότι οι Ιταλοί σπάσανε την κρύπτη που φυλάμε τα κόκκαλα του Κολοκοτρώνη και τα σκόρπισαν στις λάσπες’’, μου είπε με φωνή που έτρεμε.
Ήταν το σπίτι του δίπλα στο ηρώο των αγωνιστών του 1821 και είδε με τα μάτια του τη βεβήλωση. Αψήφησε τη νυχτερινή απαγόρευση της κυκλοφορίας με κίνδυνο της ζωής του και έτρεξε να το πει στον πατέρα μου». Ο 13χρονος Γιώργος ήταν γιος του δημάρχου της Τρίπολης Γιάννη Τσουτσάνη, ο οποίος δεν τα πήγαινε καθόλου καλά με την ιταλική φρουρά της πόλης. Εκείνη τη μέρα οι Ιταλοί είχαν εξοργιστεί, επειδή ο δήμαρχος τόλμησε να γιορτάσει την επέτειο της 25ης Μαρτίου, παρά την αυστηρή απαγόρευσή τους. Σε αντίποινα σκόρπισαν τα οστά του Γέρου, που βρίσκονταν στη βάση του ηρώου. Γνώριζαν το «κόλλημα» των Τριπολιτσιωτών με τον Κολοκοτρώνη και ήθελαν να τους πληγώσουν στο πιο ευαίσθητο σημείο. Ο Γιωργάκης δεν περίμενε καν να τελειώσει τη φράση του ο υπάλληλος και έτρεξε στην κρεβατοκάμαρα του πατέρα του: «Μπαμπά, οι Ιταλοί πέταξαν τα οστά του Γέρου και θα τα φάνε τα σκυλιά». Ο δήμαρχος πετάχτηκε αμέσως όρθιος σαν ελατήριο και έτρεξε να φύγει. «Θάρθω κι εγώ μαζί σου», είπε ο Γιώργος. «Κάτσε, θα κινδυνέψεις», απάντησε ο πατέρας του. Τον παράκουσε, όμως, και έτρεξε από πίσω του. Πήρε κι ένα άδειο τσουβαλάκι από ζάχαρη μαζί του. «Εδώ θα βάλουμε τα κόκκαλα μπαμπά». «Εντάξει. Θα πηγαίνω εγώ μπροστά και εσύ θα πιάνεσαι από το πλατό μου».
 
ΜΕ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥΣ
Το σκοτάδι ήταν απόλυτο και δεν βλέπανε τη μύτη τους. Κάνανε έναν μεγάλο κύκλο ψηλαφίζοντας σαν τυφλοί τα κτίρια, μέχρι να τρυπώσουν στο πάρκο. Δεν υπήρχαν πεζοδρόμια και δεν ξέρανε πού να πατήσουν. Αποφύγανε να βγούνε στο ξέφωτο της πλατείας Άρεως και περπατούσανε ανάμεσα στα πυκνά δέντρα που τους έγδερναν. Μόλις φτάσανε στη μαρμάρινη βρύση απέναντι από το ηρώο, ο δήμαρχος σωριάστηκε σχεδόν κάτω, καταεξαντλημένος και παγωμένος από την άγρια βροχή, που δεν σταμάτησε ούτε λεπτό να πέφτει. Ο Γιωργάκης τότε πετάχτηκε με ένα σάλτο απέναντι στο ηρώο και γονάτισε μέσα στις λάσπες, ψαχουλεύοντας για κάτι σκληρό. Βρήκε 4-5 κόκκαλα και τα έβαλε στο τσουβαλάκι. «Έλα, έλα γρήγορα, θα μας σκοτώσουν», φώναζε ο δήμαρχος με πνιχτή φωνή από απέναντι. Γυρίσανε από τον ίδιο δρόμο και κρύψανε τα κόκκαλα στο σπίτι τους. Ήταν λασπωμένοι, γδαρμένοι, βρεγμένοι μέχρι το κόκκαλο και πεθαμένοι από την κούραση. Όταν ξημέρωσε και επετράπη πάλι η κυκλοφορία, ο Γιώργος ξαναπήγε μόνος του στο ηρώο και περιμάζεψε άλλα 3-4 κοκαλάκια. Αγόρασε, επίσης, από ένα κατάστημα μια κλειδαριά και παρήγγειλε δύο καινούργια πορτάκια, όμοια με εκείνα που έσπασαν οι Ιταλοί στο οστεοφυλάκιο. Μετά από λίγες μέρες, αφού ο δήμαρχος με τον γιο του έπλυναν και αρωμάτισαν τα κόκαλα του Γέρου, τα μετέφεραν στην κρύπτη τους, την οποία σφράγισαν με τα νέα πορτάκια και την καινούργια κλειδαριά. Στο τέλος, ο Γιώργος έτριψε όλο το μνημείο γύρω γύρω με γυαλόχαρτο και το έκανε να λάμπει. Την επόμενη μέρα οι Ιταλοί απείλησαν τον δήμαρχο ότι θα τον κρεμάσουν στον πλάτανο στην κεντρική πλατεία, αλλά αυτός δεν πτοήθηκε, παρόλο που είχε τέσσερα παιδιά. Ο Ιταλός στρατιωτικός διοικητής, ονομαζόμενος Φεστούτσι, έτρεφε μίσος για τον πατριώτη δήμαρχο και μια άλλη φορά τον είχε χαστουκίσει δημοσίως έξω από το δημαρχείο. Ο δήμαρχος τότε είχε αντιδράσει, λέγοντάς του: «Φεστούτσι, δεν κρίθηκε ακόμα ο πόλεμος και πρόσεξε καλά γιατί προβλέπω ότι θα έρθει η μέρα που θα ζητήσεις άσυλο στο σπίτι μου».
 
Ο ΓΕΡΟΣ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕ
Ο Γιώργος Τσουτσάνης, που σήμερα είναι 83 χρονών και ακμαιότατος, εξελίχτηκε σε δεινό έμπορο μεγάλου βεληνεκούς. Ήταν ανήσυχο πνεύμα και ταξίδεψε στις άκρες της γης, όχι μόνο για να παραγγείλει εμπορεύματα, αλλά και για να γνωρίσει τον κόσμο. Στα μακρινά ταξίδια του συνέλεξε σπάνια αντικείμενα και έργα τέχνης, τα οποία εκθέτει δωρεάν σε δικό του εκθεσιακό χώρο στο Λουτράκι Κορινθίας, όπου διαμένει τα τελευταία χρόνια με την οικογένειά του. Το περιστατικό με τα οστά του Γέρου έχει καρφωθεί ανεξίτηλα στο μυαλό του και δεν το ξεχνάει ποτέ. Ακόμα και σήμερα αναφέρεται στον Κολοκοτρώνη σε ενεστώτα χρόνο, σαν να είναι ζωντανός. Ο Γέρος δεν πέθανε, αλλά κοιμάται στο ηρώο, αν χρειαστεί θα ξυπνήσει και θα ξαναρματωθεί για να μας ξανασώσει. Εφόσον υπάρχει έστω κι ένα κοκαλάκι του εκεί, δεν πρέπει να ανησυχούμε.

Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΚΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΔΙΑΚΟΥ



Μετά τη σύλληψη του Διάκου στα ποριά Δαμάστας, τον έφεραν με συνοδεία ποινών και τραυματισμένο στη Λαμία, οδηγώντας από τη νότια της είσοδο που περνούσε δίπλα από το Γολγοθά (όπως έλεγαν το ξε­κομμένο Λόφο όπου σήμερα είναι το κτίριο του Ορφα­νοτροφείου Αρρένων) και από την οδό Σατωβριάνδου (σήμερα) και συνέχεια τον έφτασαν και τον έκλεισαν μέσα στο παλιό χάνι, όπου σήμερα - πάλι καλά! - έχει ανεγερθεί το Λαογραφικό Μουσείο.

Τον έβαλαν μέσα και τον έδεσαν με σκοινιά σ' ένα παχνί, το οποίο ήταν και ο πρώτος τόπος του μαρτυρί­ου του.

Εκτός από δύο - τρεις Τούρκους που έμειναν μέσα να τον επιτηρούν, οι άλλοι - όχι όλοι - έμειναν απ' έξω, ανατολικά σε κάτι δέντρα που ήταν εκεί, περιμένοντας από περιέργεια, ίσως, να ιδούν τι θα γινόταν. Όταν τον έδεσαν κι έφυγαν, ο Διάκος άρχισε να πο­νάει από τα τραύματα που είχε, καταπονημένος κι από την ταλαιπωρία.

Είχε περάσει αρκετή ώρα, όταν άνοιξε η πόρτα και μπήκαν μέσα δύο άντρες, που από τις φορεσιές τους έδειχναν ότι ήταν μπέηδες. Τον έναν, τον ήξερε από πριν. Ήταν ο Ομέρ Βρυώνης. Τον άλλον όχι. Απ' ότι όμως εί­χαν ακούσει, υπολόγισαν ότι ήταν ο σκληρός Χαλήλ Μπέης. Αυτός μόνος προχώρησε κι άρχισε να κάνει έλεγ­χο αν είχαν δέσει καλά το Διάκο. Τόσο πολύ φάνηκε ότι, κι ακόμα δεμένον, τον φοβόταν.

Είχε νυχτώσει πια και οι τρεις που είχαν φτάσει εκεί κρυφά άρχισαν καθαρά να βλέπουν τι γίνεται.

Όταν ο Χαλήλ Μπέης σιγουρεύτηκε - το είδαν κα­θαρά αυτό - ότι δεν υπήρχε φόβος διαφυγής, άρχισε να φωνάζει και να απειλεί. Σε μια στιγμή τον είδαν να χτυπάει στο πρόσωπο το Διάκο.

Τον διακόπτει όμως ο άλλος, ο Βρυώνης, που πλησιάζει το Διάκο και τον βλέπουν κάτι να του λέει. Δεν ακούνε όμως. Απ' ότι βλέπουν όμως, καταλαβαίνουν ότι κάτι τον ρωτάει, γιατί βλέπουν το Διάκο να κουνάει αρ­νητικά το κεφάλι του.

Και ενώ τον βλέπουν να συνεχίζει ήρεμα, σε μια στιγ­μή εξαγριώνεται, φωνάζει και χειρονομεί. Ατάραχος ο Διάκος τον αντιμετωπίζει και κάτι που του λέει, βλέπουν το Βρυώνη οργισμένο να αποχωρεί, αφήνοντας πια το θύμα στο δήμιό του.

Απ' τις αναλαμπές των δαυλών, ξεχωρίζουν την αγριότητα του Χαλήλ. Τον βλέπουν να τραβάει πιο πέρα τον επικεφαλής της Φρουράς - έτσι τουλάχιστον δεί­χνει - και με νευρικές και απειλητικές κινήσεις, κάτι του λέει, κι εκείνον να υποκλίνεται κουνώντας το κεφάλι του. Και με μια τελευταία περιφρονητική ματιά που ρίχνει στο Διάκο, τον βλέπουν να φεύγει, δείχνοντας ικανοποι­ημένος.

Ο Διάκος - και οι άλλοι τρεις απ' έξω - μέσα στο μι­σοσκόταδο βλέπουν δύο Τούρκους να ανάβουν φωτιά σε μιαν άκρη. Πάνω της φέρνουν και βάζουν μια σιδηροστιά κι ένα μεγάλο χάλκινο κακάβι. Βλέπει μετά να ρίχνουν μέσα λάδι που είχαν σ' ένα γκιούμι.

Στη συνέχεια, μαζί με τον επικεφαλής, πλησιάζουν το Διάκο. Τον ανασηκώνουν, δεμένο καθώς είναι, τον βάζουν να καθίσει πάνω σ' ένα παλιό ξύλινο σκαμνί που βρέθηκε εκεί, του σηκώνουν τα πόδια, δεμένα καθώς είναι, και του τα δένουν έτσι που να κρέμονται.

Τι θέλουν να κάνουν αναλογίζονται με περιέργεια και αγωνία, οι τρεις που παρακολουθούν, χωρίς να τολ­μήσουν και να ρωτήσουν. Βλέπουν όμως τους άλλους να περιπαίζουν το Διά­κο. Φαίνεται κάτι να λένε και ο Διάκος να κουνάει επί­μονα κι αρνητικά το κεφάλι του. Τι του λένε όμως δεν καταλαβαίνουν. Οπότε, κάθε φορά που ρωτάνε και αρνείται τους βλέπουν να κρατάνε στα χέρια τους μυτε­ρά καρφιά και να τα μπήγουν σιγά πρώτα, πιο δυνατά στη συνέχεια στις πατούσες των ποδιών του Διάκου, ο οποίος κάθε φορά αναταράζεται από τον πόνο.

Η μυρωδιά του Λαδιού που καίγεται μέσα στο κακάβι, φτάνει έντονα στη μύτη και των τριών απ' έξω και υποπτεύονται τα χειρότερα.

Οι βασανιστές του, όπως έχουν γυμνώσει τα πόδια του, παίρνουν απ' το κακάβι καυτό λάδι και αρχίζουν σιγά και βασανιστικά να το ρίχνουν στα πόδια του!... Τι­νάζεται κάθε φορά ο Διάκος, τόσο δυνατά λες και θα κό­ψει τις τριχιές όταν το λάδι πέφτει πάνω στα πόδια του.

Αφού είδαν να μην αντιδρά έντονα, αφήνουν τα πό­δια και παίρνουν και του σκίζουν το γιλέκο και την που­καμίσα που φοράει, απογυμνώνοντας το πάνω μέρος του σώματος του με τα χέρια. Κι αρχίζουν τότε να του ρίχνουν καυτό Λάδι με αργές κινήσεις, στα χέρια, στο στήθος και στην πλάτη του. Βουβά οδύρεται ο Διάκος, χωρίς να βγάλει μιλιά από το στόμα του. Κι όσο δεν μι­λάει, τόσο αγριεύουν περισσότερο οι βασανιστές του. Και δείχνουν τόσο οργισμένοι, που αν ήταν τρόπος να τον θανατώσουν. Φαίνεται όμως πως έχουν εντολή μόνο να τον βασανίσουν χωρίς και να πεθάνει. Γι' αυτό συ­νεχίζουν!...

Το σώμα του Διάκου αρχίζει φαίνεται να νεκρώνε­ται. Όμως το πνεύμα όπως δείχνει, μένει καθάριο, ανέγγιχτο, σταθερό, συνεχίζοντος τις αρνήσεις και εξοργί­ζοντας περισσότερο τους Βασανιστές του.

Αλλά αυτή η κατάσταση τους κάνει να βρίσκουν νέ­ους τρόπους βασανισμών. Οι κινήσεις που κάνουν, δεί­χνοντας διάφορα σημεία του σώματος του, κάνουν τους τρεις που παρακολουθούν να ανατριχιάζουν. Και βλέ­πουν τους βασανιστές να παίρνουν στα χέρια τους τα καρφιά που είχαν και έσπαζαν τις φούσκες που δημι­ουργούνταν στο δέρμα απ' το καυτό λάδι, να αρχίζουν να κάνουν το ίδιο και στο σώμα και στα χέρια από ψηλά.

Αποκαμωμένοι όμως και οι ίδιοι οι Βασανιστές, που δεν άλλαξαν βάρδια όλη τη νύχτα, βλέπουν ότι δεν πε­τυχαίνουν τίποτα. Και μιας και το λάδι τελείωσε, μιας και έφτασε πια και το ξημέρωμα, σταματούν.

Το Διάκο τον κρατάνε πια όρθιο οι τριχιές που τον έχουν δεμένο.

Τότε και οι τρεις παρατηρητές, απ' έξω, για να μη γί­νουν αντιληπτοί, έφυγαν με προφυλάξεις, κατευθυνό­μενοι προς το βορεινό μέρος του ρέματος, όπου είχαν αρχίσει να έρχονται δειλά και οι πρώτοι περίεργοι.

Κι όταν πια ο ήλιος έχει ανέβη ψηλά, λύνουν το Διά­κο και σέρνοντας τον τον βγάζουν έξω, χωρίς όμως να δείχνει ότι καταλαβαίνει.

Όσοι είχαν την ευκαιρία να τον δουν το απόγευμα που τον είχαν φέρει, τώρα βλέποντας τον, δεν τον ανα­γνωρίζουν, χωρίς να ξέρουν τι ακριβώς είχε συμβεί. Το μόνο που βλέπουν είναι το κακοποιημένα ρούχα του.

Σέρνοντας τον προς τα βόρεια, τον περνάνε πέρα από το ρέμα που έκοβε την πλατεία Λαού στα δυο καταμεσίς και τραβώντας ανατολικότερα έφτανε στη Δημοτι­κή Αγορά, από εκεί στο κατάστημα Πολιτικού και μετά κατεβαίνοντας προς τα νότια, απλωνόταν κατά μήκος της οδού Θερμοπυλών.

Όταν τον πέρασαν στο ρέμα, στάθηκαν περίπου ανα­τολικά της σημερινής διπλής βρύσης, γιατί ανατολικό­τερα ετοίμαζαν το στήσιμο της... ψησταριάς!

Κόσμος πολύς είχε συγκεντρωθεί γύρω εκεί με την άδεια του Χαλήλ Μπέη βέβαια, γιατί άφησε τον κόσμο να δει τι θα έκαναν στο Διάκο, ώστε να φοβηθεί και να μην επιχειρήσει κανένας άλλος να πράξει το ίδιο, πράγμα που πέτυχε. Κανένας Λαμιώτης δεν φάνηκε να συμμετείχε στην επανάσταση!

Μέσα στο πλήθος που παρακολουθεί με αγωνία, ξε­χωρίζει μια κάπως ηλικιωμένη γυναίκα. Είναι η δόλια μόνα του Διάκου, που είχε μάθει τη σύλληψη του γιου της και ολονυχτίς πεζοπορώντας είχε φτάσει στη Λαμία, όπου δεν περίμενε να δει το σπλάγχνο της έτσι!

Για μια στιγμή βουβαίνονται όλοι. Βλέπουν να φτάνει εκεί ο δήμιος, ονόματι Αλεξίου, κρατώντας ένα σουβλί. Και αμέσως καταλαβαίνουν τι πρόκειται να γί­νει!
Αυτός, τρέμει από το φόβο του, γιατί έχει αυστηρή εντολή να μην του πεθάνει ο Διάκος όταν θα τον σου­βλίζει.

Και αρχίζει το τελευταίο πια μαρτύριο.

Δένοντας το Διάκο ανάσκελα σε ένα σαμάρι, με τα πόδια του ανοιχτά, αρχίζει προσεκτικά ο δήμιος να χώ­νει την πολύ καλό λεπτισμένη άκρη του σουβλιού, ξε­κινώντας απ' τη βουβωνική χώρα και προχωρώντας προς τα επάνω, περνώντας το σουβλί κάτω οπό το δέρ­μα, μέχρι που το έβγαλε πάνω στην πλάτη του, λίγο κάτω απ' το δεξιό του το αυτί.

Από κάποιες μικροκινήσεις που κάνει ο Διάκος κάθε φορά που σπρώχνει το σουβλί προς τα επάνω ο δήμιος, δείχνει ότι ακόμα είναι ζωντανός.

Μόλις τελειώνει ο γύφτος, ορμούν Τούρκοι και με σκοινιά δένουν το σώμα γύρω στο σουβλί για να μη σπάσει το δέρμα και ακουμπάνε όρθιο σχεδόν το σουβλί με το Διάκο σ' ένα δέντρο.

Στη συνέχεια, σπεύδουν να συγυρίσουν τη φωτιά που έχουν ανάψει. Και τότε γίνεται κάτι που ξαφνιάζει τους πάντες.

Ένας Τούρκος καβάλα στο ψαρί του άλογο στέκε­ται μπροστά στο σουβλισμένο, βγάζει τη διμούτσουνη όρθια κουμπούρα του και τη στρέφει στο Διάκο. Δύο κουμπουριές ακούγονται που βρίσκουν κατάστηθα το Διάκο. Κι ο Τούρκος κεντρίζοντας το άλογο του, χάνε­ται στην ανηφόρα μέσα στα στενάκια που περιβάλλουν τα χαμηλά σπιτάκια.
Ο Χαλήλ Μπέης, βλέπει συτό και αφρίζει απ' το θυμό του. Και δίνει εντολή, να βάλουν το Διάκο έτσι, πάνω στη φωτιά, και να τον γυρίσουν λίγο!

Ο κόσμος που παρακολουθεί αυτή την κτηνωδία μέ­νει άφωνος. Στη συνέχεια ο Χαλήλ οργισμένος και ανικανοποί­ητος, δίνει εντολή να πάρουν έτσι με το σουβλί το νε­κρό το Διάκο και πάνε να τον πετάξουν στην άκρη του ρέματος, ανατολικά από το χάνι που τον είχαν, εκεί όπου πέταγαν τις κοπριές των αλόγων που είχαν στους στά­βλους, τους οποίους διατηρούσαν από τη βόρεια πλευρά της Νομαρχίας μέχρι το πέτρινο γυμνάσιο. Τη διαβεβαίωση αυτή είχα απ' όλα σχεδόν τα γερόντια που ρώτησα το 1947, τότε που φαίνονταν ακόμα οι κρίκοι στο βόρειο τοίχο της θερινής «ΤΙΤΑΝΙΑΣ».

Εκεί λοιπόν, βορειοανατολικά της σκάλας που κα­τεβαίνει σήμερα από την οδό Λυκούργου στην πρώην ψαραγορά, άφησαν το νεκρό ξεσκέπαστο, άταφο, σχε­δόν τρείς ημέρες φρουρούμενο. Οι φρουροί αποχώ­ρησαν την τρίτη ημέρα αφού άρχισε να μυρίζει, οπότε βρήκαν ευκαιρία κάποιοι χριστιανοί οι οποίοι περίμεναν και είχαν προετοιμάσει έναν λάκκο εκεί ακριβώς που σή­μερα είναι ο τάφος του, πήγαν, του έβγαλαν το σουβλί, τον καθάρισαν λίγο και πήγαν και τον έθαψαν, χωρίς να βάλουν πάνω του ούτε έναν σταυρό από φόβο.